Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2025

Προς μια παιδεία αυτοπεποίθησης: Η τραγωδία της «αγγλόφωνης» εκπαίδευσης

Τι τραγωδία και τι ειρωνία μαζί: η χώρα που χάρισε στον κόσμο τη γλώσσα της λογικής και της ποίησης, να θεωρεί σήμερα «πλεονέκτημα» την εκπαίδευση σε μια ξένη γλώσσα. Γενιές παιδιών που θα μπορούσαν να μιλούν και να γράφουν άπταιστα ελληνικά, τελικά μετά βίας τη συλλαβίζουν. Είναι μια ασύλληπτη καταστροφή — όχι απλώς γλωσσική, αλλά πολιτισμική και κοινωνική.

Η ελληνική γλώσσα δεν είναι απλώς εργαλείο επικοινωνίας· είναι τρόπος σκέψης. Πάνω της χτίστηκαν οι έννοιες της ελευθερίας, της αρετής και της δικαιοσύνης. Και δεν είναι υπερβολή να πούμε πως υπήρξε η πρώτη πραγματικά παγκοσμιοποιημένη γλώσσα. Από την Αλεξάνδρεια ως τη Βακτρία και από τη Συρία ως την Κάτω Ιταλία, η κοινή ελληνική —η lingua franca του αρχαίου κόσμου— υπήρξε το όχημα του λόγου, της επιστήμης και της φιλοσοφίας. Στους αιώνες που ακολούθησαν, από αυτήν δανείστηκαν δεκάδες γλώσσες, μεταφέροντας στην παγκόσμια σκέψη τις ρίζες των ελληνικών εννοιών. Κι όμως, σήμερα, εμείς οι ίδιοι τη θεωρούμε σχεδόν βάρος.

Δεν έχω τίποτα εναντίον των αγγλικών· είναι απαραίτητα, όπως και κάθε ξένη γλώσσα. Το πρόβλημα αρχίζει όταν τα μετατρέπουμε από μέσο γνώσης σε υποκατάστατο ταυτότητας. Δεν θέλουμε απλώς να μάθουμε αγγλικά· θέλουμε να γίνουμε αγγλόφωνοι, λες και η μίμηση μιας άλλης κουλτούρας θα μας εξαγνίσει από την αμηχανία μας απέναντι στη δική μας. Αυτό όμως είναι το μεγαλύτερο ψέμα — και η πιο ύπουλη μορφή αλλοτρίωσης.

Όταν ένας λαός χάνει την αυθεντική του φωνή, υποτάσσεται χωρίς να το καταλάβει. Είναι το μαρτύριο της ψεύτικης ταυτότητας: το να πιστεύεις πως γίνεσαι «σύγχρονος» ενώ στην πραγματικότητα αποκόβεσαι από τον εαυτό σου. Ο Antonio Gramsci το είχε περιγράψει εύστοχα έναν αιώνα πριν: καμία εξουσία δεν είναι σταθερή χωρίς πολιτισμική ηγεμονία. Και η ηγεμονία αυτή δεν επιβάλλεται με τη βία — επιβάλλεται με τη γλώσσα, με τα πρότυπα, με το τι θεωρούμε «κανονικό». Όλοι οι λαοί που βίωσαν πολιτισμική υποταγή σε μεγάλες δυνάμεις πέρασαν αυτήν την οδυνηρή φάση — την ψευδαίσθηση ότι η σωτηρία βρίσκεται στην αντιγραφή. Κι όμως, καμία μίμηση δεν φέρνει ελευθερία· μόνο η δημιουργική αυτοπεποίθηση το κάνει.

Το αποτέλεσμα είναι γνωστό: παιδιά που αδυνατούν να διατυπώσουν ολοκληρωμένη σκέψη, γιατί η γλώσσα τους έχει περιοριστεί σε λεξιλόγιο επιβίωσης. Κι όταν περιορίζεται η γλώσσα, φτωχαίνει και η σκέψη. Όπως σημείωνε ο Robert Reich στο The Common Good, η παιδεία είναι η βάση της κοινωνικής συνοχής· όταν χάνεται η κοινή γλώσσα, χάνεται και η κοινή πραγματικότητα.

Η «αγγλόφωνη» φρενίτιδα είναι, στην ουσία, η νέα μορφή ταξικότητας. Γιατί ποιοι μπορούν να τη χρηματοδοτήσουν; Οι λίγοι. Οι υπόλοιποι αρκούνται σε ένα δημόσιο σχολείο που έχει αφεθεί στην τύχη του. Έτσι, η γλωσσική ανισότητα έρχεται να προστεθεί στις κοινωνικές, ολοκληρώνοντας την απαξίωση της δημόσιας παιδείας — αυτής που κάποτε αποτελούσε τον πυρήνα της κοινωνικής κινητικότητας.

Αν τα παιδιά αντιλαμβάνονταν τι κακοποίηση υφίστανται, θα επαναστατούσαν. Μα το χειρότερο είναι πως ούτε το συνειδητοποιούν — κι αυτό είναι ευθύνη δική μας. Γιατί η γλώσσα, όπως ο αέρας και το φως, δεν ανήκει σε κανέναν· είναι κοινό αγαθό. Όποιος την υποτιμά, υπονομεύει το ίδιο του το μέλλον.

Σκοπός της εκπαίδευσης δεν είναι να παράγει άψογους μιμητές, αλλά ανθρώπους με αυτοπεποίθηση. Να μαθαίνουν να στέκονται ισότιμα στον κόσμο, με σεβασμό προς όλους αλλά και χωρίς να νιώθουν κατώτεροι απέναντι σε κανέναν. Η πραγματική παιδεία καλλιεργεί τη βεβαιότητα ότι μπορείς να συμμετέχεις στο παγκόσμιο γίγνεσθαι χωρίς να απαρνηθείς τον εαυτό σου· ότι μπορείς να συνομιλείς, όχι να υποτάσσεσαι.

Η λύση δεν βρίσκεται σε «διεθνοποιημένα» προγράμματα. Βρίσκεται στη βαθιά επανεκτίμηση της παιδείας ως κοινωνικού δεσμού. Να ξαναγίνει η γλώσσα μας πηγή υπερηφάνειας και χαράς· όχι εργαλείο εξετάσεων, αλλά μέσο έκφρασης και δημιουργίας. Να εμπιστευθούμε το δημόσιο σχολείο, να στηρίξουμε τους δασκάλους, να δείξουμε ενδιαφέρον.

Αν θέλουμε πραγματικά μια Ελλάδα που να στέκεται ισότιμα στον κόσμο, πρέπει πρώτα να ξαναβρούμε τη φωνή μας. Να μάθουμε ξένες γλώσσες για να επικοινωνούμε με τους άλλους — χωρίς να πάψουμε να μιλάμε ουσιαστικά με τον εαυτό μας. Γιατί η πρόοδος δεν είναι να αρνηθείς ποιος είσαι· είναι να μπορείς να πεις ποιος είσαι, καθαρά και με αυτοπεποίθηση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Ως τη Νίκη, Πάντοτε, Μιχάλη Χαραλαμπίδη

Αγαπημένε Δάσκαλε Μιχάλη Χαραλαμπίδη, Ήταν Ιούνιος του 1996, διάβαζα μαθηματικά για τις πανελλήνιες εξετάσεις της επόμενης μέρας. Στιγμή ιερ...