Συνέβη 10 χρόνια, 7 μήνες και 20 μέρες πριν με φέρει σε αυτόν τον κόσμο η Ελένη Μπουγιατιώτου.
Δεν είχε ξημερώσει ακόμα όταν ήρθαν. Ο Μπουράτσης κοιμόταν, εξάλλου ήδη ήταν σχεδόν κατάκοιτος. Τον πήραν με το φορείο και τον πήγαν στο γήπεδο της Νέας Φιλαδέλφειας, μαζί με πολλούς άλλους.
Την περιγραφή αυτής της σκηνής όσες φορές την άκουσα είχε τόσο έντονο συναίσθημα που ένιωθα πως ήμουν μπροστά. Να βλέπω τον Μπουράτση να τον παίρνουν με το φορείο, τη Μαργαρίτα και τον Γιώργο να παρακολουθούν έκπληκτοι και να μονολογούν "μα τι κάνετε; δεν βλέπετε πως είναι άρρωστος; τι φοβάστε από αυτόν τον άνθρωπο;".
Τι φοβόντουσαν από τον Μπουράτση; Από την σκια του Μπουράτση για να ακριβολογούμε.
Ο Βαγγέλης πρόλαβε να φύγει, αν και τον έπιασαν λίγες μέρες αργότερα. Τον Γιώργο δεν τον πείραξαν εκείνη την ημέρα. Απλώς τον απέλυσαν μετά από λίγο διάστημα. "Ξέρεις ότι δεν θα το έκανα ποτέ, με πιέζουν όμως" του είπε ο Διευθυντής του ΑΣΠΡΟ δίνοντάς του την απόλυση.
Ο Μπουράτσης δεν άκουγε. Όλοι πάγωσαν στο γήπεδο της Νέας Φιλαδέφειας όταν ένας από αυτούς φώναξε "ακίνητος" με το δάχτυλο στην σκανδάλη. Συνέχισε να περπατά κανονικά, μέχρι που κάποιος έτρεξε και τον τράβηξε πίσω. Γράφτηκαν βιβλία για αυτήν την σκηνή και άρθρα σε εφημερίδες. Πήγε στη Γυάρο για έναν χρόνο, σε άθλια κατάσταση υγείας. Συνηθισμένος βέβαια καθότι ήταν φυλακισμένος εις θάνατον από το '48 μέχρι το '65 κατηγορούμενος για πλήθος φόνων και ...τον εμπρησμό της Φυλής. Ένα χρόνο μετά τον έστειλαν πίσω εντελώς κατάκοιτο, ετοιμοθάνατο. Λίγο αργότερα, το Μάη του '68 έφυγε ήσυχα ένα πρωί.
Πολλές φορές σκέφτηκα τι ατυχία ήταν αυτή που με βρήκε και δεν μπόρεσα να τον γνωρίσω. Μετά έλεγα μέσα μου πως είναι σαν να τον έχω γνωρίσει. Τι είναι λοιπόν αυτό που μου λέει ο Μπουράτσης;
Τι λέει εκείνος που είχε δει τον 17-χρονο γιο του να δολοφονείται εν ψυχρώ, τον κουνιάδο του να δολοφονείται έναν χρόνο μετά, το σπίτι του να πυρπολείται τρεις φορές σε έναν χρόνο και στη συνέχεια να καταδικάζεται ο ίδιος σε στημένες δίκες για φόνους και εμπρησμούς ολόκληρων χωριών;
Λέει πως τους έχει συγχωρέσει.
Λέει πως έφταιξαν όλοι, αριστεροί και δεξιοί.
Λέει πως το αίμα δεν ξεπλένεται με αίμα.
Λέει ακόμα πως οι άνθρωποι πρέπει να δουλέψουν, να δημιουργήσουν μια κοινωνία ισότητας, ελευθερίας και δικαιοσύνης.
Λέει ακόμα πως κάθε στιγμή, όταν έμαθε τα μαντάτα για τον Δημήτρη, όταν άκουσε την απόφαση "εις θάνατον" από το δικαστήριο, όταν μπήκε στο καράβι για τη Γυάρο, δεν έχασε την πίστη του. Γιατί πολύ απλά είχε κάνει αυτό που έπρεπε, το δέον γενέσθαι.
Αυτό που πρέπει να κάνουμε και εμείς τώρα.