Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Απώλεια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Απώλεια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 24 Μαΐου 2024

Τάσος Μπουγιατιώτης

Μας άφησε σήμερα ξαφνικά ο ξάδερφος μου Τάσος Μπουγιατιώτης σε ηλικία λίγο μεγαλύτερη των 60 ετών. Η αιφνίδια απώλεια είναι πάντοτε δύσκολη και άδικη. Πολύ περισσότερο όταν αφορά έναν άνθρωπο πράο, απλό και καλοπροαίρετο που είχε μόνο φίλους. 

Θυμάμαι όταν είχα χάσει τη μητέρα μου ένας ηλικιωμένος συγγενής μου είχε πει «τώρα στενοχωριέσαι παιδί μου όμως θα καταλάβεις μετά πως σημασία έχει να μην χαλάει η σειρά». Τότε μου είχε φανεί περίεργο, σχεδόν θύμωσα. Σήμερα, που βλέπω τον Τάσο να αφήνει πίσω του όχι μόνο την αδερφή του και την οικογένεια της αλλά και τον ενενηντάχρονο πατέρα του, τώρα καταλαβαίνω πόσο δίκιο είχε τότε ο συγκεκριμένος ηλικιωμένος. 

Τυχαία είδε σήμερα μια δημοσίευση που αναφερόταν στον μεγάλο Γερμανό λογοτέχνη Franz Kafka που είχε πει σε κάποιο έργο του «οτιδήποτε αγαπάς πιθανότατα κάποια στιγμή θα εξαφανιστεί — η αγάπη όμως που έδωσες, θα βρει τρόπο να επιστρέψει».

Θα σε θυμόμαστε πάντοτε με αγάπη Τάσο και ελπίζω ο πατέρας, η αδερφή και οι υπόλοιπη στην οικογένεια σου να βρουν τη δύναμη να ξεπεράσουν την απώλεια σου. 

Πέμπτη 11 Απριλίου 2024

Μνήμη Μαρίας Μαυράκη

Αγαπημένη μας θεία Μαρία,

Ήσουν μόλις επτά ετών όταν ο μεγάλος αδερφός σου έπεσε θύμα του δολοφονικού μίσους των ναζί. 

Η εφηβεία σου σημαδεύτηκε από σκληρή δουλειά και από ένα μεγάλο «γιατί» ως προς το ανελέητο κυνηγητό του ξενοκίνητου καθεστώτος των Αθηνών στον ήρωα πατέρα σου. 

Εργάστηκες σκληρά από την παιδική σου ηλικία, στο περιβόλι και στις αγελάδες. Κέρδισες τη ζωή με τη δουλειά, την επιμονή και το χαμόγελο, σε αδιανόητα αντίξοες συνθήκες. 

Παντρεύτηκες τον Φώτη Μαυράκη, έναν πραγματικά υπέροχο άνθρωπο, και έκανες μία όμορφη οικογένεια, πρότυπο για τον Ασπρόπυργο. Στάθηκες βράχος, ακλόνητο θεμέλιο της οικογένειας σου και πάντοτε δίπλα στους γονείς και τα αδέρφια σου, κυριολεκτικά μέχρι τέλους. 

Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024

Ως τη Νίκη, Πάντοτε, Μιχάλη Χαραλαμπίδη

Αγαπημένε Δάσκαλε Μιχάλη Χαραλαμπίδη,

Ήταν Ιούνιος του 1996, διάβαζα μαθηματικά για τις πανελλήνιες εξετάσεις της επόμενης μέρας. Στιγμή ιερή. Περιέργως όμως η μητέρα μου, καθηγήτρια, με διακόπτει. "Έλα τώρα να δεις στην τηλεόραση μου λέει", μιλάει ένας πολύ αξιόλογος άνθρωπος. Η ιστορική σου ομιλία στο 4ο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ είχε μόλις ξεκινήσει και την είδα ολόκληρη. Έτσι σε γνώρισα, εντυπωσιασμένος από το 1ο δευτερόλεπτο.

Ήσουν διαφορετικός. Δεν μιλούσες για αυτά που μιλούσαν οι άλλοι. Αναφερόσουν στην πατρίδα μιλώντας για τα όνειρα σε ενεστώτα χρόνο. Τίποτα δεν μπορεί να ενθουσιάσει περισσότερο ένα νέο παιδί.

Τα χρόνια πέρασαν. Από τον Οκτώβρη εκείνης της χρονιάς ήμουν στο Πανεπιστήμιο Κρήτης. Άκουγα πολλά για σένα, για αυτήν την διαφορετική προοπτική που προτείνει ένα "λαμπρό μυαλό". Ήρθε το 2000, σε άκουσα να μιλάς στο κέντρο του Ηρακλείου, ήμουν με τον συναθλητή σου Νεκτάριου Μουμουτζή. Σε ακούσαμε να μιλάς για τους σιδηροδρόμους, που η Ελλάδα πρέπει να αναπτύξει για να είναι σύγχρονο κράτος και που πρέπει να συνδέουν τα δέκα διεθνή λιμάνια που οφείλουμε να δημιουργήσουμε, ξεκινώντας από τη νότια Κρήτη. Κανείς δεν είχε ξαναμιλήσει για αυτά. 

Τετάρτη 27 Μαρτίου 2024

Αποχαιρετώντας έναν μεγάλο Πολιτικό, σπουδαίο Διανοούμενο και μοναδικό Άνθρωπο



Με τον Μιχάλη Χαραλαμπίδη μιλήσαμε πριν λίγες ημέρες. Με καλούσε πάντοτε για μια επιβεβαίωση πριν την επόμενη διάλεξή μας, που ήταν προγραμματισμένη για την επόμενη Τρίτη 2 Απριλίου με θέμα "Παραγωγική Μνήμη και Σύγχρονη Ανάπτυξη". Ήταν η 7η κατά σειρά σε ένα πρόγραμμα 8 διαλέξεων με γενικό θέμα “Ανάπτυξη και Ποιότητα – Η Νέα Συμμαχία: Νέα Πολιτική Εθνική Αναπτυξιακή Παιδεία”. Επισυνάπτω την ανακοίνωση του προγράμματος, που έμελλε να ολοκληρωθεί κατά τα 6/8, για ιστορικούς λόγους, μαζί με μια φωτογραφία από την πρώτη διάλεξη. 

Είναι λοιπόν πολύ δύσκολο που η ζωή μας καλεί, αντί για την πρόσκληση στη διάλεξη αυτή, να πούμε αντίο σε αυτόν τον μεγάλο Πολιτικό, τον σπουδαίο Επιστήμονα και πραγματικά μοναδικό Άνθρωπο.

Ο ίδιος έλεγε πως θεωρούσε το πρόγραμμα αυτό σημαντικό, ήθελε να συνομιλήσει με τη νεολαία, με τους ανθρώπους της δημιουργίας, της επιστήμης και της τεχνολογίας. Προσωπικά το βρίσκω ως ένα από τα σημαντικότερα πράγματα που έχω κάνει από το 2000 που ξεκίνησε η διαδρομή μας καθώς, τελικά, το επιχειρείν, το να "γίνουμε μάστορες" όπως ο Μιχάλης μας προέτρεψε στα τέλη της δεκαετίας του '90, για να αποκτήσει νόημα οφείλει να κοιτάξει κατάματα στο κέντρο της ανθρώπινης υπόστασής μας -- στο οποίο δεν βρίσκεται κάτι άλλο παρά η ύψιστη των τεχνών, η Πολιτική με την αυθεντική έννοια του όρου.

Τετάρτη 3 Ιανουαρίου 2024

Η πρωτεύουσα ανθρώπινη πλευρά μας

Συνάντησα απόψε το βράδυ στην Αθήνα έναν καλό φίλο και μέντορα από το εξωτερικό. Πριν λίγες εβδομάδες έχασε τη γυναίκα του σε ηλικία περίπου 50 ετών, μετά από πολυετή σκληρή μάχη με τον καρκίνο. 

Έμαθα έτσι κάποια σημαντικά πράγματα: 

- Η κοινή μας μοίρα, ο θάνατος, ενώνει τους ανθρώπους. Ανεξαρτήτως φυλής, κοινωνικής τάξης, μορφωτικού επιπέδου και οικονομικής επιφάνειας, έχουμε όλοι την ίδια κατάληξη. 

- Σε στιγμές σαν αυτές, μια φιλική αγκαλιά, ένα δάκρυ και ένα ποτήρι κρασί είναι τα μόνα που μπορούν να απαλύνουν τον πόνο και αξίζουν περισσότερο απ’ όλα τα πλούτη του κόσμου. 

Γνωρίζω ότι τουλάχιστον δυο συνάδελφοι μου τις τελευταίες μέρες έχασαν πολύ δικά τους πρόσωπα. Να ξέρουν ότι συμμεριζόμαστε τον πόνο τους και ότι βρίσκονται στις σκέψεις μας.

Είμαστε δημιουργοί, είμαστε επαγγελματίες και πάνω απ’ όλα είμαστε άνθρωποι. Αν το χάσουμε αυτό το τελευταίο, τα προηγούμενα χάνουν οποιοδήποτε σημασία και αξία.

Κυριακή 25 Σεπτεμβρίου 2022

Ογδόντα έξι

Σήμερα θα γινόσουν ογδόντα έξι ετών. 

Θα περίμενες άραγε να ζήσεις τόσο; Πολλές από τις συμμαθήτριές σου ζούν και είναι σχετικά καλά στην υγεία τους. Μακάρι να τα εκατοστίσουν και να τα ξεπεράσουν, θα είναι ένας τρόπος η μικρή Έλενα να μάθει για σένα από πρώτο χέρι! Σε κάθε περίπτωση, θα μπορούσες ακόμα να ήσουν μαζί μας. Δεν είσαι όμως, έτσι αποφάσισε ο Θεός, η μοίρα, το σύμπαν ή απλά η τύχη.

Πολλές φορές αναρωτιέμαι τι θα σκεφτόσουν σήμερα. Ξέρω, είναι αδύνατον να το γνωρίζουμε αυτό. Μπορούν όμως να γίνουν κάποιες βάσιμες εικασίες. Θα μπορούσε να ξεκινήσει κάποιος από τις αξίες που καθόρισαν τη ζωή σου. Μεθοδολογικά είναι μάλλον ο πιο σωστός τρόπος, φοβάμαι όμως πως ένας τρίτος μπορεί να μιλήσει καλύτερα για τις αξίες ενός προσώπου απ' ότι το ίδιο του το παιδί. Η αγάπη είναι, κατά κάποιο τρόπο, ένας φακός παραμορφωτικός.

Θα μείνω λοιπόν σε κάτι που σίγουρα γνώριζα: Τι ήταν αυτά που σε απασχολούσαν.

Πρώτα απ' όλα σε απασχολούσαν τα παιδιά σου. Ήθελες να είναι καλά, να τα δεις ευτυχισμένα στις οικογένειές τους και να προοδεύουν. Σε φαντάζομαι χαμογελώντας να μου θυμίζεις το σοφό ρητό του Σόλωνα, όμως θα το ρισκάρω: Νομίζω θα ήσουν ικανοποιημένη.

Μετά σε απασχολούσε ο σύζυγός σου. Ο μπαμπάς μας. Η πάλη με την άνοια είναι άνιση. Πέρα από τον ασθενή, τη βιώνει εξίσου και όποιος τον φροντίζει και, το θυμάμαι καλά, δεν ήθελες να τον φροντίζει κανείς άλλος. Έχω τύψεις γιατί νομίζω πως αυτό τελικά επιδείνωσε την υγεία σου. Όσες φορές κι αν 'τρέξω' και πάλι στο μυαλό μου την εξέλιξη των γεγονότων, στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγω: Όσο κι αι έπρεπε να γίνει διαφορικά, όσο κι αν ήταν τεχνικά εφικτό να αναλάβει κάποιος άλλος, δεν θα το επέτρεπες ποτέ (ίσως εδώ να φανερώνεται μια αξία, για τις οποίες μιλούσαμε παραπάνω). Σε κάθε περίπτωση, τα πράγματα εξελίχθηκαν όσο καλά γινόταν. Η απουσία σου έκανε τα πράγματα πιο δύσκολα, όμως οι καλύτερες δυνατές λύσεις δόθηκαν. Ο μπαμπάς, κόντρα σε όλες τις προβλέψεις, έμεινε μαζί μας έξι ακόμα χρόνια. Ικανοποιημένη εδώ δεν θα ήσουν, ποτέ δεν συμβιβάστηκες με την απώλεια. Θα το καταλάβαινες όμως σίγουρα πως η πραγματικότητα θέτει τα τελικά όρια.

Σε απασχολούσε η ευρύτερη οικογένεια σου, τα αδέρφια και τα ανίψια σου. Εδώ θα σε περίμενε μεγάλη στενοχώρια. Μπορεί να έφυγες πρώτη, όμως και τα αγαπημένα σου αδέρφια επίσης έφυγαν σχετικά νωρίς. Όταν όμως ξεπερνούσες την θλίψη θα το έβλεπες, σε γενικές γραμμές η οικογένεια προοδεύει.

Ερχόμαστε τώρα στα πιο δύσκολα: Σε απασχολούσε πολύ η εκπαίδευση. Τόσο σε όλη τη χώρα όσο και ειδικά στον Ασπρόπυργο. Σίγουρα θα χαιρόσουν με κάποιες επιτυχίες των σχολείων της περιοχής, με κάποιους συναδέλφους σου που ξεπερνούν τους εαυτούς τους φέρνοντας απρόσμενα καλά αποτελέσματα. Όμως οι ήρωες, όσο κι αν είναι θαυμαστοί, δεν αλλάζουν μόνοι τους τη ροή των πραγμάτων. Το συζητούσαμε, αυτές είναι οι εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Η εκπαίδευση στη χώρα μας, μη εξαιρουμένης της γενέτειράς μας, βυθίζεται αργά αλλά σταθερά στην παρακμή. Αυτό θα σε γέμιζε απαισιοδοξία. Νομίζω σε είχε ήδη γεμίσει ήδη, το μακρινό 2011.

Σε απασχολούσαν τέλος δυο βασικότατες έννοιες. Κάποιοι θα τις έλεγαν πολιτικές, εσύ όμως ποτέ δεν χρησιμοποίησες αυτήν τη λέξη. Νομίζω είχες κατακτήσει το προνόμιο να βλέπεις τα πράγματα, τις έννοιες στην ουσία τους, απαλλαγμένα από τους διάφορους "-ισμούς": Η δικαιοσύνη και η ισότητα στις ευκαιρίες.

Υπηρέτησες την εκπαίδευση τριάντα επτά ολόκληρα χρόνια. Τη μισή ζωή σου. Αυτά τα χρόνια, η διαδρομή από τον Ασπρόπυργο, στις Βουκολίες, στην Κάνδανο και στο Πέραμα Μυλοποτάμου, στα Μέγαρα, στην Κερατέα, στην Ελευσίνα και πάλι πίσω στον Ασπρόπυργο, δεν ήταν παρά μια μάχη, ή μάλλον καλύτερα, μια ωδή στη δικαιοσύνη και στην ισότητα των ευκαιριών.

Η δικαιοσύνη ξεκινά από το σχολείο. Εκεί το παιδί χτίζει τα θεμέλιά του για την κατανόηση της κορυφαίας αυτής έννοιας. Αν από το εκπαιδευτικό μας σύστημα απουσιάζει η δικαιοσύνη, αν το παιδί βλέπει να επικρατεί το άδικο, πώς είναι δυνατόν μετά να υπηρετήσει το δίκαιο στην κοινωνία; Όχι, δεν θα το κάνει και δεν θα φταίει για αυτό. Για κάθε συμπολίτη μας που αδικοπραττεί, ευθύνονται πρώτοι κάποιοι δάσκαλοι και κάποιοι καθηγητές.

Το ίδιο, ίσως ακόμα περισσότερο, ισχύει και για την ισότητα των ευκαιριών. Θυμάμαι να μου λες πως δεν μπορούσες να είσαι σημαιοφόρος, παρότι πρώτη σε βαθμολογία, καθώς τη δεκατία του 1950 ακόμα απαγορευόταν στις κοπέλες. Θυμάμαι την περηφάνια σου να λες πως ήσουν η πρώτη από το χωριό μας που πέρασε σε ανώτατη σχολή και ποτέ δεν θα ξεχάσω την περιγραφή της συζήτησης σου με τον παππού μου ώστε εκείνος όντως τελικά να δώσει την άδειά του να σπουδάσεις. Θυμάμαι να μου λες για τα απομακρυσμένα σχολεία στα οποία υπηρέτησες, υπό συνθήκες ακραίες που μόνο στον κινηματογράφο μπορεί να δει κανείς.

Μια ζωή λοιπόν αφιερωμένη στην ισότητα των ευκαριών στη  μόρφωση. Και που φτάσαμε σήμερα, το 2022; Φτάσαμε να χαρακτηρίζει τη γενιά μας η ντροπιαστική ερώτηση "εσείς, σε ποιο σχολείο πηγαίνετε;".

Θα ήσουν, φοβάμαι, απολύτως απογοητευμένη.

Κάποια στιγμή κοντά στο απρόσμενο τέλος απηυδισμένη μου είχες πει: "να φύγετε, δεν γίνεται τίποτα εδώ, έχει χαθεί το παιχνίδι". Σου είχα απαντήσει θυμωμένος πως 'λες βλακείες'. Ότι 'υπάρχουν δυσκολίες', σίγουρα, 'αλλά όλα θα αλλάξουν προς το καλύτερο'. Σήμερα, έντεκα χρόνια μετά, το βλέπω: Ήμουν εντελώς εκτός πραγματικότητας. Το μυαλό μου πάει στους στίχους των Κατσιμιχαίων: "το κόλπο είναι στημένο και στα μέτρα σας". Είχες μεγάλο δίκιο.

Οι σκέψεις αυτές καταλήγουν στο εξής ερώτημα που φαντάζομαι βασανίζει πολλούς: Μπορεί η (όπως και να την ορίσει κανείς) επιτυχία στην ιδιωτική σφαίρα να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις μιας αξιοβίωτης ζωής, την στιγμή που διαλύεται η δημόσια σφαίρα;

Μπορούμε να ζήσουμε στα όμορφα κλουβιά μας, παραδεχόμενοι την ήττα μας στην πόλη, μέσα εν τέλει από τη διάλυση, την κατάρρευση της πόλης; Μπορούμε να υπάρχουν ως πολίτες χωρίς πόλη; Ή μήπως το σύστημα για το οποίο μιλούσαν οι Κατσιμιχαίοι μας κάνει πιόνια σε μια σκακιέρα που παίζουν άλλοι; Μια αόρατη (ενίοτε και ορατή) ολιγαρχία της οποίας δηλώνουμε υπάκουοι υπήκοοι;

Η απάντησή μου είναι σαφής: Όχι, δεν είναι αξιοβίωτη η ζωή αυτή. Ο άνθρωπος είναι ον πολιτικό, έχει ανάγκη τη δημόσια σφαίρα. Η πόλη φέρνει τον πολιτισμό, αυτή μας κάνει πολίτες. Η πόλη, όχι το κλουβί του καθενός! Είμαι βέβαιος πως θα συμφωνούσες.

Θα ήθελα πολύ να κάνουμε αυτήν τη συζήτηση. Είναι μεγάλη η θλίψη που ξέρω ότι δεν θα την κάνουμε ποτέ. Και πάλι όμως, ακόμα και όταν αναρωτιέμαι "τι θα μου απαντούσες" και η απάντηση αυτή με βοηθά να βάλω τις σκέψεις μου σε τάξη, είναι βοήθεια μεγάλη. 

Την οποία βοήθεια πια, έντεκα χρόνια μετά, έχω μάθει να την αποδέχομαι, να τη σέβομαι, μέχρι και να την απολαμβάνω.

Παρασκευή 11 Φεβρουαρίου 2022

Αποχαιρετισμός σε έναν καλό άνθρωπο, τον Iosebi "Soso" Ilariani

Η μητέρα μου μας άφησε ξαφνικά στις 27 Σεπτεμβρίου 2011. Η επαφή με το μη αναστρέψιμο, ειδικά όταν είναι απροσδόκητο, δημιουργεί μια πρωτόγνωρη συναισθηματική κατάσταση. Απέραντη θλίψη, απογοήτευση, θυμός. Ίσως η 'απόγνωση' είναι η λέξη που περιγράφει καλύτερα όσα βίωσα εκείνες τις μέρες.

Σύντομα όμως η πραγματικότητα ήρθε να μας υπενθυμίσει τις τρέχουσες ανάγκες. Η μητέρα, εκτός όλων των άλλων, ήταν εκείνη που φρόντιζε και τον πατέρα μου που μόλις είχε κλείσει τα 83 του χρόνια και αντιμετώπιζε πλήθος προβλημάτων υγείας. O γιατρός μου είχε πει να βρω κάποιον (για να είμαστε ειλικρινής, κάποια, αφού όλοι θεωρούν πως μόνο μια γυναίκα μπορεί να φροντίσει έναν ηλικιωμένο εργαζόμενη ως 'εσωτερική') που μιλά καλά ελληνικά, ώστε όσο γίνεται να μην επιταχυνθεί περαιτέρω η άνοια με την οποία ήδη πάλευε ο πατέρας. 

Μετά από μια δύσκολη και μακρόχρονη προσπάθεια, μια συγγενής με σύστησε σε 'μια πολύ καλή κοπέλα από τη Γεωργία, που είναι πολλά χρόνια στην Ελλάδα' και από τον Οκτώβρη του 2011 η Lia μπήκε στην καθημερινότητά μας, γινόμενη μέρα με την ημέρα ένα μέλος της οικογένειας.

Η Lia όντως ξεπέρασε κάθε προσδοκία στην φροντίδα που προσέφερε στον πατέρα. Άνθρωπος με πραγματικό ενδιαφέρον, ειλικρίνεια και αξίες. Ήταν πράγματι ένα δώρο Θεού για την οικογένειά μας. Σύντομα όμως μάθαμε πως ένας από τους λόγους που η Lia μπορούσε να είναι τόσο καλή ήταν πως είχε παντρευτεί, πρόσφατα μάλιστα, έναν άλλον υπέροχο άνθρωπο, τον Ιωσήφ. Έτσι μας τον σύστησε δηλαδή, όμως τον φώναζαν "Soso" ενώ το επίσημο όνομά του στη Γεωργία ήταν Iosebi.

Από τον Οκτώβρη του 2011 μέχρι τον Φεβρουάριο του 2017 που ο πατέρας μου έφυγε από τη ζωή, ο Soso ήταν ένα ακλόνητο στήριγμα για όλους μας. Ήταν πάντα εκεί όποτε τον χρειαζόμασταν, για οποιαδήποτε δουλειά έπρεπε να γίνει, όσο κουραστική ή δύσκολη κι αν ήταν. Όταν ο πατέρας μου έπαψε να μπορεί να περπατήσει, ο Soso δεν είχε κανένα πρόβλημα να τον πάρει στα χέρια του και να τον κουβαλήσει κυριολεκτικά, όπου χρειαζόταν. Είτε από την κρεβατοκάμαρα στο μπάνιο, ή στο σαλόνι για να δει τηλεόραση, ή και να τον κατεβάσει στο ισόγειο για να μπει στο αυτοκίνητο. Δεν ξέρω πόσοι από τους αναγνώστες αυτού του άρθρου έχουν επιχειρήσει να κουβαλήσουν έναν άλλον άνθρωπο, έστω και έναν ηλικιωμένο 65-70 κιλών, για να αντιληφθούν τι ακριβώς εννοώ. 

Μέσα σε όλα αυτά ο Soso απέδειξε πως είχε μια χρυσή καρδιά. Δεν θα ξεχάσω ποτέ που τον είδα σε μια γωνία να δακρύζει όταν χρειάστηκε να καλέσουμε γιατρό στο σπίτι, λόγω της διαρκώς επιδεινούμενης υγείας του πατέρα μου. Δεν θα ξεχάσω επίσης ποτέ πως ένιωθε αληθινό καθήκον να βοηθήσει αυτόν τον ηλικιωμένο συνάνθρωπό του ενώ, ας μην το ξεχνάμε, δεν ήταν η δουλειά του αυτή. Απλώς έτυχε να βρίσκεται στον ίδιο χώρο και βοηθούσε διότι έτσι έκρινε πως πρέπει να κάνει.

Όταν ο πατέρας μου έφυγε από τη ζωή, ο Soso ήταν ένας από αυτούς τους ανθρώπους που έβλεπες πως είχε στενοχωρηθεί πραγματικά. Βίωνε την απώλεια όπως τη βιώναμε και εμείς. Πενθούσε σαν να έχει χάσει έναν δικό του άνθρωπο. Κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο, είχε γίνει κι αυτός ένας πραγματικά δικός μας άνθρωπος.

Ο πατέρας μου με τον νεογέννητο Rezi τον Νοέμβριο του 2016

Ευτυχώς, η τύχη του χαμογέλασε το 2016. Τότε, στα μέσα Νοεμβρίου, η Lia και ο Soso απέκτησαν τον γιο τους, τον μικρό Rezi, μετά από μια μάλλον ανέλπιστη εγκυμοσύνη. Η ευτυχία ήταν μεγάλη, τη μοιραστήκαμε όλοι, μέσα σε αυτούς και ο πατέρας μου που τους τελευταίους μήνες της ζωής του μπόρεσε να βιώσει ξανά τη χαρά μέσα από τη συνύπαρξη με έναν νεογέννητο άνθρωπο.


Με τον Soso και τον μικρό Rezi τα Χριστούγεννα του 2017

Τα χρόνια περνούσαν. Οι δυσκολίες ήταν μεγάλες. Οι συνθήκες διαβίωσης του Soso, της Lia και του Rezi ήταν πολύ δύσκολες. Το ελληνικό κράτος φρόντιζε να δυσκολεύει με διάφορα γραφειοκρατικά τερτίπια τη ζωή αυτών των ανθρώπων που είχαν έρθει στη χωρα μας για ένα καλύτερο αύριο. Η επαγγελματική αποκατάσταση πολύ δύσκολη και η καθημερινότητα, ειδικά μετά την έλευση του παιδιού, απαιτητητική.


Από τα αριστερά ο Soso, εγώ και μετά ο Alvaro από τη Μαδρίτη, την 1η Φεβρουαρίου 2020 στο πατρικό μου σπίτι

Και όμως, μέσα από αυτές τις δυσκολίες, ο Soso και η Lia κατάφεραν να προχωρήσουν μπροστά. Η δουλειά στην οικοδομή ήταν μια εξαιρετική λύση. O Soso απέδειξε με την αξία του, με την εργατικότητα και τον χαρακτήρα του ότι άξιζε αυτήν την ευκαιρία. Οι εργάτες, οι μάστορες και ο εργολάβος στον οποίο δούλευε μιλούν για το 'καλύτερο παιδί'. Πάντα πρόθυμος και χαμογελαστός, έτοιμος να βοηθήσει.                  

Ο Rezi πήγε στον παιδικό σταθμό και αργότερα στο νηπιαγωγείο. Οι δάσκαλοι έχουν να λένε για μια πολύ καλή οικογένεια, για δυο γονείς που αγαπούσαν πολύ και πρόσεχαν το παιδί τους. Οι γείτονες μιλούν για ανθρώπους ευγενικούς και ευχάριστους. Ανθρώπους τους οποίους χαίρεσαι να συναντάς, που χαίρεσαι να είναι συμπολίτες σου.

Soso, Lia και ο Rezi, στη βάπτισή του στις 22 Σεπτεμβρίου 2019


Τον Σεπτέμβριο του 2019, σε μια πολύ ωραία τελετή, ο αδερφός μου Βασίλης έγινε νονός του Rezi, μαζί με έναν ακόμα καλό φίλο της οικογένειας. Ήταν μια όμορφη στιγμή, ένας συμβολισμός του ισχυρού δεσμού που αναπτύχθηκε ανάμεσα στις οικογένειές μας αλλά και μια δέσμευση για αλληλοβοήθεια. Μια δέσμευση που πρώτος ο Βασίλης αλλά και όλοι οι υπόλοιποι θα την τηρήσουμε στο ακέραιο, πρώτα και κύρια για τον μικρό Rezi.
Ο Βασίλης βαφτίζει τον Rezi στις 22/9/2019. Στο βάθος ο Soso.

Εδώ και αρκετούς μήνες μπορεί να πει κανείς ότι οι κόποι του Soso και της Lia είχαν αρχίσει να αποδίδουν καρπούς. Έμεναν πλέον σε ένα όμορφο, αξιοπρεπέστατο σπίτι. Είχαν σταθερή εργασία. Κατάφεραν να ρυθμίσουν όλα τα γραφειοκρατικά τους ζητήματα. Είχαν άριστη σχέση με τους φίλους και τους γείτονές τους. Πάνω απ' όλα, το παιδί τους τα πήγαινε πολύ καλά στο σχολείο, κάνοντας καλούς φίλους και τα πρώτα του βήματα στον κόσμο της εκπαίδευσης.

Δυστυχώς όμως η μοίρα έπαιξε ένα πολύ άσχημο παιχνίδι. Το πρωί της Τρίτης 8 Φεβρουαρίου ο Soso ήταν όπως πάντα ξύπνιος από νωρίς. Ξύπνησε τη Lia, έπαιξε με τον Rezi και τον βοήθησε να ετοιμαστεί. Ξεκίνησαν μαζί για το σχολείο. Λίγα μέτρα πριν φτάσουν, ένιωσε μια έντονη αδιαθεσία. Ευτυχώς ο μικρός πρόλαβε να πάει σχολείο. Με μια ηρωική προσπάθεια, αγκαλιά με τη Lia, κατάφερε να γυρίσει σπίτι. Ίσα - ίσα πρόλαβε να ξαπλώσει χάνοντας τις αισθήσεις του. Παρά την τεράστια προσπάθεια της συζύγου του, φίλων που έσπευσαν αμέσως και του ιατρονοσηλευτικού προσωπικού που ήρθε στη συνέχεια - δυστυχώς με μεγάλη καθυστέρηση - ο Soso ήταν πια νεκρός. Η τελευταία προσπάθεια αναζωογόνησης έγινε στο τμήμα επειγόντων περιστατικών του Αττικού Νοσοκομείου, ήταν όμως πολύ αργά. Αιτία θανάτου είναι πιθανότατα κάποιο οξύ καρδιακό επεισόδιο, παρότι η σχετική έρευνα είναι ακόμη υπό εξέλιξη.

Κάθε θάνατος είναι μια τραγωδία. Ο ξαφνικός θάνατος ενός ανθρώπου που πριν λίγο έκλεισε τα 44 του χρόνια, είναι μια ανείπωτη τραγωδία. Τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο δύκολα αν αναλογιστεί κανείς ότι αφήνει πίσω τη σύζυγό του, τη μητέρα και την αδερφή του και, πάνω απ' όλα, τον πεντάχρονο γιο του. Είναι κάτι ασύλληπτα, αδιανόητα άδικο.

Δυστυχώς αυτή είναι η πραγματικότητα. Πραγματικότητα όμως είναι και πως ο Soso μέχρι την τελευταία μέρα της σύντομης ζωής του ήταν ενεργός και δραστήριος. Αντιμετώπισε εξαιρετικά μεγάλες δυσκολίες, που θα έκαναν τους περισσότερους από εμάς να λυγίσουμε, και τα κατάφερε. Έβαλε τη ζωή του σε τάξη, εξασφάλισε την οικογένειά του. Είχε πολλούς και καλούς φίλους. Τίμησε την οικογένειά του, τίμησε την πατρίδα του αλλά και τη χώρα που τον φιλοξενούσε. Την τελευταία μέρα της ζωής του, έπαιξε με το παιδί του, το πήγε στο σχολείο μαζί με τη γυναίκα του και λίγα λεπτά αργότερα άφησε την τελευταία του πνοή στα χέρια της. Ναι, είναι μια τραγωδία. Έφυγε νωρίς και άδικα. Έφυγε όμως έχοντας επιτύχει την πολύ δύσκολη αποστολή του και, κυριολεκτικά, στην αγκαλιά των πιο αγαπημένων του ανθρώπων. Αν μπορεί να υπάρξει ευτυχισμένος θάνατος, αυτός ήταν του Soso.
 
Όταν ήμουν περίπου πέντε ετών θυμάμαι τη μητέρα μου να με προτρέπει να γίνω "ένας καλός και χρήσιμος άνθρωπος στην κοινωνία". Όπως περνάνε τα χρόνια αντιλαμβάνομαι πως αυτό είναι κάτι που καθένας μας πρέπει να το κατακτήσει. Κανείς δεν το έχει εκ των προτέρων. Δεν έχει να κάνει με τη φυλή, την εθνικότητα, το φύλο, την κοινωνική τάξη ή την οικονομική κατάσταση. Δεν έχει να κάνει ακόμα ούτε με τη μόρφωση και το επάγγελμα. Αντίθετα, είναι μια βαθύτερη ποιότητα που χαρακτηρίζει τον άνθρωπο.

Ο Iosebi Ilariani, ο αγαπημένος φίλος Soso, αυτό το δικαίωμα το κατέκτησε με την αξία του. Ήταν ένας καλός και χρήσιμος άνθρωπος στην κοινωνία. Η σύζυγός του Lia, ο γιος του Rezi, η μητέρα του Vera και όλοι οι συγγενείς του θα είναι πάντοτε πολύ υπερήφανοι για αυτόν. O Soso θα ζει μέσα τους. 

Εμείς, τέλος, όλοι όσοι είχαμε την τύχη να τον γνωρίσουμε, θα τον θυμόμαστε πάντα με εκτίμηση και αγάπη.

Τετάρτη 9 Φεβρουαρίου 2022

Αναζητώντας κάτι καλό σε μια τραγική απώλεια

Χθες το πρωί έχασα δυστυχώς έναν καλό μου φίλο μου, τον Ιωσήφ, σε ηλικία 45 ετών. Παρότι δεν έχουν βγει ακόμα τα αποτελέσματα της νεκροψίας που γίνεται σε αυτές τις περιπτώσεις, πιθανότατα η αιτία θανάτου ήταν κάποιο οξύ έμφραγμα. 

Στο άρθρο αυτό δεν θα επεκταθώ στην προσωπική - συναισθηματική διάσταση του θέματος, όσο έντονη κι αν είναι αυτή αφού ο Ιωσήφ είχε αποδείξει πως ήταν ένας πραγματικά καλός φίλος και μεταξύ όλων των άλλων αφήνει πίσω του ένα παιδάκι 5 ετών, αλλά αντίθετα να τονίσω κάποια πολύ πρακτικά πράγματα:

  • Ζούμε στο 2022. Η προληπτική ιατρική έχει κάνει άλματα και οι σχετικές πληροφορίες είναι ελεύθερα διαθέσιμες στο διαδίκτυο από αξιόπιστες πηγές. Έχουμε ευθύνη να ακολουθούμε τις οδηγίες. Ευθύνη και για εμάς και για τους ανθρώπους γύρω μας. Για να δώσω δυο απλά παραδείγματα: 
    • Δεν γίνεται να έχει περάσει τα 40 ένας άντρας και να μην έχει κάνει έναν πλήρη καρδιολογικό έλεγχο, όπως και ...
    • ...δεν γίνεται μια γυναίκα να μην κάνει τακτικά μαστογραφία. 
        Απλά δεν γίνεται. Σίγουρα η τύχη εξακολουθεί να παίζει ρόλο, η επιστήμη όμως προχωρά. Πρέπει         να την ακολουθούμε και εμείς.
  • Είναι καθοριστικής σημασίας να έχουμε λάβει όλοι μας βασική εκπαίδευση πρώτων βοηθειών. Δεν θα χρειαστεί πολλές φορές στη ζωή σου, όμως όταν θα χρειαστεί θα είναι, κυριοελτικά, θέμα ζωής ή θανάτου. Χθες έτυχε να υπάρχει μαζί μας μια νοσηλεύτρια που έκανε την καρδιοαναπνευστική αναζωογόνηση, παρότι τελικά δεν τα κατάφερε ο ασθενής. Σε πολλές άλλες περιπτώσεις όμως άνθρωποι χάνονται ενώ θα μπορούσαν να έχουν σωθεί αν οι γύρω τους γνώριζαν. Μην περιμένεις λοιπόν, φίλε αναγνώστη. Κανόνισε σήμερα να εκπαιδευτείς στις πρώτες βοήθειες. Μια καλή αρχή είναι εδώ.
  • Τέλος, σε μια πολύ προσωπική παρατήρηση, επειδή όπως είπα παραπάνω ζούμε στο 2022, είναι αδιανόητο σε ένα καρδιολογικό περιστατικό το ασθενοφόρο να έρχεται μετά από 54 λεπτά στο κέντρο μιας βιομηχανικής περιοχής (δηλαδή εκεί που συνήθως συμβαίνουν τα ατυχήματα). 

Προς Θεού, το τελευταίο σημείο παραπάνω δεν είναι αιχμή προς τους διασώστες και γενικά προς το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό. Κάθε άλλο. Είναι ήρωες, δίνουν μια άνιση μάχη. Είναι όμως αυτή η "καταπληκτική ποιότητα ζωής" που δεν ξέρω για πόσο ακόμα πρέπει να την ανεχόμαστε παθητικά.

Δυστυχώς έρχεται η ίδια η ζωή να σου υπενθυμίζει πως όσο κι αν έχεις τακτοποιήσει τον μικρόκοσμό σου, αν η κοινωνία δεν έχει τους μηχανισμούς πρόνοιας που χρειάζονται, σε μια κρίση δεν θα καταφέρεις να σωθείς. Η συμβουλή - αν θέλετε και παράκληση - προς όλους είναι να ξανασκεφτούμε τον ρόλο μας ως μέλη μιας κοινωνίας. Να αναλάβουμε ευθύνη, όπως νομίζει καθένας καλύτερα. Η πρότασή μου είναι να κάνουμε ότι χρειάζεται για να ανακτήσουμε την ιδιότητα του πολίτη. Από εκεί ξεκινούν όλα.

Η αλήθεια είναι πως παραμένω σοκαρισμένος από το περιστατικό. Στο "Δώρο του Θυμού" ο Arun Gandhi γράφει πως ο παππούς το, ο μεγάλο Μαχάτμα Γκάντι, προέτρεπε τον λαό του 'να μετουσιώσει τον θυμό του σε κάτι θετικό'. Αυτό προσπαθώ να κάνω κι εγώ με τις παραπάνω απλές παρατηρήσεις. Από μια τραγωδία να βγει, όσο είναι δυνατόν, κάτι θετικό. 

Έτσι λοιπόν, μέσα από την καρδιά μου μια προτροπή σε όλους, ως μια ελάχιστη τιμή στην μνήμη του καλού μου φίλου Ιωσήφ: 

Κανόνισε σήμερα τις προληπτικές εξετάσεις που ίσως καθυστερείς για ένα διάστημα αλλά το γνωρίζεις πως πρέπει να γίνουν.

Κανόνισέ τις σήμερα.

Παρασκευή 5 Φεβρουαρίου 2021

Χωρίς τον Δαυίδ

Αντιγράφοντας τον αγαπητό φίλο Χριστόφορο Κώνστα:


Καρφώνεις στο παράθυρό σου βαριά ξύλινη τάβλα.  Αδειάζεις τις τσέπες σου. Γεμίζει ο δρόμος  λιβάνι, λουλούδια, λέξεις και ένα  βαρύ φορτίο αγάπης. Πολύχρωμα κελαηδίσματα κάθονται στο μπαλκόνι σου. Φοράς το καινούργιο διάφανο κοστούμι σου. Έχω βαρύ ιικό φορτίο να κουβαλήσω λες και μας κλείνεις το μάτι. Χαμογελάμε. H Αμπίμπα γυρίζει αλλού το κεφάλι και κουλουριάζεται δίπλα στον κάκτο. Φανερά ενοχλημένη.

                                                                                                             Χωρίς τον Δαυίδ   

                                                                                                                 5/2/2021




Ο εξαίρετος εκπαιδευτικός, λογοτέχνης, φωτογράφος, Δαυίδ Μπάκας, αγαπημένος γείτονας, φίλος και συμπολίτης, μας άφησε πρόωρα, άδικα και απροσδόκητα την Πέμπτη 4 Φεβρουαρίου 2021, πέφτοντας θύμα της επιδημίας του νέου κορωνοϊού. 

Τα λόγια είναι φτωχά για να εκφράσουν την θλίψη μου. O Δαυίδ ήταν ένα από τα πρόσωπα του Ασπροπύργου που μας έκανε όλους περήφανους, λάμπρυνε την πόλη μας με την παρουσία του, ήταν πρότυπο για τους μαθητές του και για όλον τον Ασπρόπυργο.

Τα θερμότερά μου συλλυπητήρια στην οικογένεια και στους φίλους του Δαυίδ. Το έργο του θα είναι μαζί μας για πάντα και μέσα από αυτό θα συνεχίζει κι εκείνος να είναι μαζί μας.


Μερικές φωτογραφίες και ποιήματα του Δαυίδ Μπάκα:





Πέμπτη 31 Δεκεμβρίου 2020

Για τον Κώστα Μπουγιατιώτη

Σήμερα, παραμονή πρωτοχρονιάς του 2021, μας άφησε ο θείος μου, μικρός και αγαπημένος αδερφός της μητέρας μου, Κώστας Μπουγιατιώτης σε ηλικία 81 ετών. Απεβίωσε μετά από σύντομη νοσηλεία στο Θριάσιο Νοσοκομείο λόγω επιπλοκών του νέου κορωνοϊού. Η δύσκολη αυτή στιγμή γίνεται ακόμα δυσκολότερη από το γεγονός της αδιανόητης μοναξιάς που βιώνουν τα θύματα της πανδημίας στο τελευταίο στάδιο της ζωής τους. 

Σχεδόν ολόκληρη η οικογένεια του θείου μου νοσεί από τον κορωνοϊό. Η σύζυγος, τα παιδιά και τα εγγόνια του. Η κατάστασή του επιδεινώθηκε απότομα, έγινε εισαγωγή στο νοσοκομείο και μόλις δυο μέρες αργότερα εξέπνευσε. Βάσει των κανονισμών για τον περιορισμό της πανδημίας, δεν μπορούσε να έχει συνοδό στο νοσοκομείο. Επίσης, δεδομένου ότι η οικογένειά του νοσεί, δεν θα μπορέσουν να τηρηθούν τα νεκρικά έθιμα και οι σχετικές παραδόσεις της περιοχής και στην εξόδιο ακολουθία δεν θα μπορέσουν να παρευρεθούν οι στενοί συγγενείς του. Μια μοναξιά που αναμφίβολα γεννά μεγάλη θλίψη.

Ο Κώστας Μπουγιατιώτης γεννήθηκε στον Ασπρόπυργο το 1939, τρίτο παιδί του Φώτη Μπουγιατιώτη και της Σιδερής Τσίγκου. Ο παππούς μου χάρηκε που "επιτέλους έκανε παιδί", αφού είχε ήδη δυο κόρες, την Ξανθή το 1935 και την Ελένη το 1936, φράση που στα αυτιά μας τώρα ηχεί απολύτως απαράδεκτη, τότε όμως ήταν απολύτως φυσιολογική.

Η οικογένεια ήταν πολύ φτωχή και τα παιδιά χρόνια δύσκολα. Ο παππούς μου ήταν τσοπάνος και τα πρόβατα σε καμία περίπτωση δεν μπορούσαν να εξασφαλίσουν σταθερό εισόδημα ενώ η εκμετάλλευση που υφίσταντο οι κτηνοτρόφοι της εποχής από τους μεσάζοντες ξεπερνά τη χειρότερη σημερινή φαντασία. Οι μεγάλες δυσκολίες της παιδικής ηλικίας όμως είχαν και μια θετική συνέπεια: Τα τρία αδέρφια, η Ξανθή, η Ελένη και ο Κωστάκης (καθότι ο μικρός της οικογένειας, συνεχίσαμε να τον αποκαλούμε έτσι μέχρι τα γεράματά του) ανέπτυξαν έναν ισχυρότατο δεσμό. Μια σχέση αλληλοϋποστήριξης και ενδιαφέροντος που συχνά έφτανε στην αυταπάρνηση. Έχω την εντύπωση πως σήμερα ένας ειδικός θα έκρινε την σχέση αυτή ως 'υπερβολική', ότι ίσως έφτανε μερικές φορές να είναι βάρος παρά βοήθεια. Σε κάθε περίπτωση ήταν απαραίητη για την επιβιωσή τους στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής και στα μαύρα χρόνια που την ακολούθησαν.

Το ενδιαφέρον ήταν πως ο Κωστάκης εξελίχθηκε σε άριστο μαθητή. Ήμουν περίπου 25 ετών όταν έτυχε να δω τον θείο μου, που εργαζόταν ως ηλεκτρολόγος στα Ναυπηγεία Σκαραμαγά, να γράφει ένα χειρόγραφο σημείωμα και εξεπλάγην από τον άριστο γραφικό του χαρακτήρα και την ορθογραφία του - Σίγουρα κάτι πολύ ανώτερο εκείνου που περιμένεις από έναν άνθρωπο με τη δική του τυπική μόρφωση και επάγγελμα.

Δυστυχώς όμως η φτώχεια είναι σκληρή: Η μητέρα μου ήταν άριστη μαθήτρια, όπως και ο θείος. Ήταν όμως πρακτικά αδύνατον για οικονομικούς λόγους να σπουδάσουν και οι δυο, η οικογένεια χρειαζόταν χέρια στις δουλειές. Ο Κωστάκης έκανε πίσω και εκείνη που σπούδασε ήταν η μητέρα μου, η Ελένη. Είναι τόσο περίεργο να συνειδητοποιώ πως η ίδια μου η ύπαρξη εν τέλει καθορίστηκε από μια απόφαση που πάρθηκε σε ένα φτωχό κτηνοτροφικό σπίτι στις αρχές της δεκαετίας του '50. Πέρα από κάθε αμφιβολία, αν η μητέρα μου δεν είχε σπουδάσει θα είχε ζήσει μια εντελώς διαφορετική ζωή, με ότι αυτό συνεπάγεται. Ξέρω ότι η μητέρα μου ένιωθε μέχρι το τέλος της ζωής της μεγάλη ευγνωμοσύνη για το γεγονός αυτό, που ίσως συνετέλεσε στο πόσο δεμένοι που φαινόταν με τον αδερφό της.

Η συνέχεια για τον θείο μου ήταν η εξής: Στα τέλη της δεκαερίας του '50 έκανε τη θητεία του στην αεροπορία όπου ειδικεύτηκε ως ηλεκτρολόγος ενώ συνέχισε την εκπαίδευσή του στο ίδιο αντικείμενο, στην αρχή της δεκαετίας του '60 στις "Τεχνικές Σχολές Αθηνών και Περιστερίου 'Ο Αϊνστάιν'". Εργάστηκε στη συνέχεια σαν ηλεκτρολόγος σε ένα νοσοκομείο των Αθηνών και κάποια στιγμή προσελήφθη στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά την εποχή που εκείνα άνηκαν στον Σταύρο Νιάρχο και εξειδικεύτηκε στην ηλεκτρολογία της ναυπηγικής. Έζησε όλη τη διαδρομή της μεγάλης αυτής επιχείρησης, που εν τέλει έγινε προβληματική, ένα διάστημα έμεινε κλειστή και στη συνέχεια πέρασε στο ελληνικό δημόσιο - τα προβλήματά της όμως συνεχίζονται μέχρι σήμερα, δυστυχώς.

Το 1976 ο Κώστας Μπουγιατιώτης παντρεύτηκε την Φωτεινή Αγαθή και έκανε μια πολύ όμορφη οικογένεια αποκτώντας μάλιστα δυο κόρες, την Ισιδώρα και την Κατερίνα. Τώρα που γράφω αυτές τις γραμμές έρχεται στο μυαλό μου ένας ορμητικός χείμαρρος αναμνήσεων από τα παιδιά μου χρόνια, τις επισκέψεις στο πατρικό της μαμάς για να δούμε τον παππού και τη γιαγιά, τις εκδρομές 'στο μαντρί' που κάναμε κάθε χρόνο την Καθαρά Δευτέρα και την πρωτομαγιά, τον τρύγο που γινόταν στα αμπέλια στα Σκούρτα και αμέτρητες άλλες βόλτες, εκδρομές και διακοπές που κάναμε μαζί. Νιώθω πραγματικά πολύ τυχερός που οι άνθρωποι αυτοί εμπλούτισαν την παιδική μου ηλικία, ενώ μεγαλώνοντας έβλεπα στον θείο μου έναν άνθρωπο με τον οποίο μπορούσα πάντοτε να κάνω μια αξιόλογη συζήτηση, με τον λόγο του να είναι πάντα σοβαρός, ρεαλιστικός και μετρημένος. 

Τα εργασιακά προβλήματα βέβαια συνεχίστηκαν και κάποια διαστήματα εντάθηκαν ιδιαίτερα. Δεν θα ξεχάσω ποτέ που κάποια στιγμή στα μέσα της δεκαετίας του '80 τα ναυπηγεία είχαν μείνει κλειστά για πολλούς μήνες και οι εργαζόμενοί τους πρακτικά ήταν άνεργοι. Σε κάποια στιγμή απόγνωσης, άκουσα τον θείο μου να λέει στον πατέρα μου ότι "το να παίρνεις μικρό μισθό, είναι πρόβλημα αλλά κάπως παλεύεται. Το να είσαι άνεργος όμως και να μην παίρνεις τίποτα, όχι, δεν παλεύεται". Πρέπει να ήμουν ίσως 8 ή 9 ετών τότε όταν είδα στα μάτια και στον τόνο της φωνής ενός δικού μου ανθρώπου τι σημαίνει η ανεργία.

Ευτυχώς δόθηκε κάποια λύση τότε στα αδιέξοδα των ναυπηγείων και ο θείος μου συνέχισε να εργάζεται μέχρι που συνταξιοδοτήθηκε. Εργαζόμενος σκληρά και με πενιχρά μέσα, κατάφερε να κάνει ένα πραγματικό άλμα στο βιοτικό επίπεδο της οικογένειάς του: Και οι δυο του κόρες απέκτησαν ανώτερη μόρφωση και βρήκαν μια καλή εργασία, έχτισε ένα υπέροχο σπίτι επαρκές για να στεγάσει την οικογένειά του και αργότερα τις οικογένειες των παιδιών του και, όταν πλέον είχε συνταξιοδοτηθεί, έφτιαξε έναν καταπληκτικό ελαιώνα στα κτήματα που ο πατέρας του παλιότερα χρησιμοποιούσε για τα πρόβατα.

Διάβασα πρόσφατα ένα γνωστό μυθιστόρημα, τον "Στόουνερ" του John Williams. O ήρωας του μυθιστορήματος εκείνου εκ πρώτης όψεως ζει μια απλή, προβλέψιμη, για κάποιους ίσως μέτρια και βαρετή ζωή. Μετά από λίγο όμως καταλαβαίνει ο αναγνώστης πως αυτή ακριβώς η "ζωή του απλού ανθρώπου" μπορεί να είναι έμπλεη νοήματος και συναισθημάτων σε βαθμό που δύσκολα μπορεί κανείς να περιμένει, ενώ αντίθετα άνθρωποι που πέτυχαν την καταξίωση, την αναγνωρισιμότητα και την προβολή μπορεί εν τέλει να στερήθηκαν αυτά ακριβώς τα βασικά: Το νόημα και το συναίσθημα.

Ο θείος μου έζησε μέχρι τα 81 του χρόνια. Είδε δυο εγγόνια, τα οποία σήμερα είναι 11 ετών. Είδε τα παιδιά του να προοδεύουν και να είναι ευτυχισμένα. Σίγουρα αντιμετώπισε μεγάλες δυσκολίες και οη ζωή του είχε συχνά προκλήσεις και εντάσεις. Έζησε όμως αληθινά, έζησε με νόημα και με αξιοπρέπεια. Πάλεψε σε συνθήκες πολύ δύσκολες επιδεικνύοντας ακεραιότητα χαρακτήρα που όσα λόγια θαυμασμού κι αν γράψω, δεν θα είναι επαρκή. Αντιμετώπισε με λεβεντιά τα προβλήματα υγείας που τον ταλαιπωρούσαν τα τελευταία χρόνια και δεν λύγισε ποτέ, ούτε όταν ήρθε αντιμέτωπος με τον κορωνοϊό.  

Πάντα εκεί στις δύσκολες στιγμές, ο Κώστας Μπουγιατιώτης ήταν ένας άνθρωπος αξιόπιστος και ειλικρινά καλοπροαίρετος στον οποίο μπορούσες να βασιστείς. Ήταν ένας εξαίρετος γιος, αδερφός, σύζυγος, πατέρας και παππούς. Σίγουρα ήταν και ένας ιδιαίτερα αγαπημένος θείος που θα τον θυμάμαι με αγάπη μέχρι το τέλος της ζωής μου.


Ο θείος μου, Κώστας Μπουγιατιώτης στις αρχές της δεκαετίας του '90



Παρασκευή 30 Ιουνίου 2017

Στιγμές

Είναι στιγμές που θέλω να πάρω τηλέφωνο σπίτι. Να σας ρωτήσω αν τα μάθατε τα νέα, παντρεύεται ο Φίλιππας με τη Μαριάνθη. Ότι πήγαμε στο σπίτι τους και είχε κόσμο. Ότι μετά βγήκαμε με τον γαμπρό και ήταν πολύ ωραία.

Το τηλέφωνο αυτό όμως δεν μπορεί να γίνει. Είναι τελικά τόσο τραγικά δύσκολο για το μυαλό να διαχειριστεί το μη αναστρέψιμο — τουλάχιστον για το δικό μου μυαλό. Το γεγονός αυτό όμως, η τόσο μεγάλη δυσκολία διαχείρισης, δεν αλλάζει την πραγματικότητα: Το τηλέφωνο αυτό δεν μπορεί να γίνει πια και η κατάσταση αυτή είναι μη αναστρέψιμη.

Ένας φίλος μου είχε πει ότι μετά από χρόνια θα φύγει ο πόνος και θα μείνει μια γλυκιά ανάμνηση.

Ως προς το δεύτερο σκέλος, ο φίλος είχε δίκιο.

Παντρεύεται λοιπόν ο Φίλιππας με τη Μαριάνθη και αυτό είναι υπέροχο. Διασκεδάσαμε με φίλους που είχαμε να βρεθούμε πολλά χρόνια και αυτό ήταν επίσης εξαιρετικό. Η λογική μου λέει να περιοριστώ σε αυτά — και νομίζω πως καλά μου λέει.

Να όμως που η ύπαρξη μας, καλώς ή κακώς, εκτείνεται και πέραν της λογικής.

Έτσι τουλάχιστον νομίζω αυτό το πρωί της 30ης Ιουνίου 2017, περίπου 4:45πμ, ενώ είμαι μαζί με αγαπημένους φίλους κάπου στο Καλαμάκι.

Σάββατο 9 Ιανουαρίου 2016

«Γράμμα στον Κωστή» - Διαβάζοντας το βιβλίο της Ξένιας Καλογεροπούλου

Ήταν κάποια Παρασκευή ή Σάββατο βράδυ τον Αύγουστο του 2011. Είχαμε μιλήσει πριν λίγο στο τηλέφωνο και το είχαμε πει. Αύριο θα πηγαίναμε στο νέο, τότε, Μουσείο της Ακρόπολης. Δεν είχαμε δώσει κάποια ιδιαίτερη σημασία ή έμφαση, απλώς είχαμε πει να πάμε. Βόλευε, βλέπεις, καθώς ούτε πολλή ζέστη είχε και ο μπαμπάς φαινόταν να είναι σε κατάσταση που μπορούσε να ακολουθήσει χωρίς πολλά προβλήματα.

Η νύχτα όμως, εκείνη η Παρασκευή ή Σάββατο, εξελίχθηκε διαφορετικά. Αργήσαμε πολύ, διασκεδάσαμε νομίζω, με αποτέλεσμα το ξυπνητήρι στις 9:30 να ακούγεται ως κάτι ασύλληπτα βάρβαρο. Κατάφερα πάντως να σηκώσω το τηλέφωνο, να καλέσω στο σπίτι και να ενημερώσω ότι «καλύτερα να πάμε μια άλλη φορά, γιατί χθες αργήσαμε λίγο να γυρίσουμε».

Η άλλη φορά όμως δεν ήρθε ποτέ. Δεν πρόλαβα, έφυγε ξαφνικά μετά από λίγες εβδομάδες.

Αυτή η εμπειρία, που με δίδαξε με τον πιο σκληρό τρόπο να μην αφήνω ποτέ για αύριο κάτι που μπορώ να πω ή να κάνω σήμερα για έναν άνθρωπο που αγαπω πραγματικά, ήταν που αναδύθηκε πάλι στις σκέψεις μου διαβάζοντας το "Γράμμα στον Κωστή" της Ξένιας Καλογεροπούλου.



Η απώλεια είναι δύσκολη, πολύ δύσκολη. Είναι ό,τι πιο δύσκολο αντιμετωπίζει κανείς στη ζωή του. Δεν παύει όμως να είναι τμήμα της ίδιας της ζωής και σε κάποιο βαθμό να τη νοηματοδοτεί. Καθένας αντιδρά διαφορετικά στην κατάσταση αυτή. Κάποιοι σωπούν και κλείνονται στον εαυτό τους. Άλλοι θέλουν να εκφραστούν, να μιλήσουν. Η έκφραση μέσω του γραπτού λόγου, μέσω της συγγραφής ενός γράμματος, έχει για μένα τη μαγική ιδιότητα του συνδυασμού των παραπάνω αντιδράσεων. Εκφράζεσαι, μιλάς, μα παραμένεις σιωπηλός. Κάτι που μπορεί να είναι ιδιαιτέρως ανακουφιστικό.

Η Ξένια Καλογεροπούλου έχει ακριβώς την ηλικία της μητέρας μου. Γεννήθηκαν με δυο βδομάδες διαφορά, το Σεπτέμβρη του 1936. Αυτό, θέλοντας και μη, με οδήγησε να κάνω μια σειρά αναπόφευκτων συκρίσεων αφού η συγγραφέας αφιερώνει πολύ χρόνο στο γράμμα της μιλώντας για τα παιδικά και τα νεανικά της χρόνια. Δεν μπορώ να μην παρατηρήσω ότι ένα κοριτσάκι μιας μάλλον εύπορης και σίγουρα πολύ μορφωμένης οικογένειας στο Ψυχικό βίωσε την κατοχή, την απελευθέρωση και τον εμφύλιο αρκετά διαφορετικά από την κόρη δυο βοσκών στον Ασπρόπυργο. Οι δυσκολίες ήταν λιγότερες και οι ευκαιρίες σημαντικά περισσότερες.

Μετά από σκέψη νομίζω πως καταλήγω στο εξής συμπέρασμα: Περίπου 60 χρόνια μετά, το χάσμα διαβίωσης ως προς τη διαθεσιμότητα των αγαθών έχει σίγουρα περιοριστεί. Οι ανέσεις που είχε η μικρή Ξένια Καλογεροπούλου δεν υπήρχαν ούτε στα πιο τρελά όνειρα των συμμαθητριών της στον Ασπρόπυργο. Είναι όμως σαφές ότι το πολιτιστικό / μορφωτικό χάσμα από την άλλη έχει διευρυνθεί σημαντικά. Δυστυχώς η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου στις "φτωχές" περιοχές δε σηματοδότησε και μια πολιτιστική / μορφωτική ανάπτυξη, όπως δυστυχώς εύκολα βλέπει κανείς από τα παντού ευρισκόμενα σημάδια του νεοπλουτισμού.

Κάτι άλλο που βρήκα ιδιαίτερα ενδιαφέρον στο Γράμμα, ήταν οι αναφορές της Καλογεροπούλου στις προοπτικές διεθνούς καριέρας. Δεν έχω λόγο να μην πιστέψω όσα γράφει και φαίνεται πως είχε όντως τη δυνατότητα να εξελιχθεί στο εξωτερικό. Δεν το έκανε γιατί δεν μπόρεσε να σπάσει τους δεσμούς της με την Ελλάδα. Δηλαδή, με τον πρώτο της σύζυγο Γιάννη Φέρτη και μετά με τον Κωστή Σκαλιόρα. Έκανε άραγε σωστά; Η συγγραφέας αρνείται να το παραδεχτεί, δική μου εντύπωση είναι όμως πως κατά βάθος το έχει μετανιώσει. Αναρωτιέται πως θα ήταν η ζωή της αν είχε κυνηγήσει το όνειρό της στη Μ. Βρετανία, στη Γαλλία, ακόμα και στην Ινδία. Το δίδαγμα στον αναγνώστη νομίζω είναι πως πρέπει να φερθεί διαφορετικά από την Ξένια Καλογεροπούλου, αν φυσικά είναι προετοιμασμένος για τις δυσκολίες. Ζούμε μονάχα μια φορά, είμαστε πολίτες του κόσμου.

Οποτεδήποτε διαβάζει κανείς ένα βιβλίο, βλέπει μια ταινία ή απλά συμμετέχει σε μια συζήτηση που περιλαμβάνει το θέμα του θανάτου, αυτομάτως νομίζω πως ανακύπτει το ερώτημα, συνειδητά ή μη, του νοήματος της ζωής. Η πληρότητα είναι ίσως η μοναδική απάντηση. Εντύπωσή μου ως αναγνώστης του γράμματος είναι πως το προνόμιο της πληρότητας τόσο ο Κωστής Σκαλιόρας όσο και η Ξένια Καλογεροπούλου το είχαν κατακτήσει.

Πράγμα ίσως είναι η μοναδική αληθινή ευτυχία - Ελεύθερη, μάλιστα, και προσβάσιμη σε ολους.

Ως τη Νίκη, Πάντοτε, Μιχάλη Χαραλαμπίδη

Αγαπημένε Δάσκαλε Μιχάλη Χαραλαμπίδη, Ήταν Ιούνιος του 1996, διάβαζα μαθηματικά για τις πανελλήνιες εξετάσεις της επόμενης μέρας. Στιγμή ιερ...