Δευτέρα 1 Οκτωβρίου 2018

Καριέρα, χολέρα και νεοφυείς επιχειρήσεις

«Η καριέρα είναι χολέρα», είχε πει ο πρωθυπουργικός σύμβουλος Νίκος Καρανίκας και όλοι έπεσαν να τον φάνε. Δεν είναι σκοπός μου στο άρθρο αυτό να υπερασπιστώ αυτόν τον άνθρωπο, που ένα γύρισμα της τύχης τον έφερε σε μια καίρια θέση κατά τρόπο μάλλον απρόσμενο. Εξάλλου οι άριστοι γνωρίζουν καλύτερα. Βασισμένος σε τι να έχω άποψη εγώ, εφόσον έχουν ήδη μιλήσει εκείνοι; Εν πάση περιπτώσει, πολλά έχουν δει τα μάτια μας – το είδαμε κι αυτό, μα ειδικά στην στην φράση του αυτή ο κ. Καρανίκας έχει δίκιο. Έστω και εάν, είναι πιθανό, φτάνει στο ίδιο συμπέρασμα ερχόμενος από άλλο μονοπάτι.

Ναι λοιπόν, η «καριέρα» είναι χολέρα. 

Ποια καριέρα όμως; Ποιοι είναι λοιπόν οι «καριερίστες»; Είναι εκείνοι που επιθυμούν και καταφέρνουν πάντα να επιπλέουν και να «ανεβαίνουν», δίχως ποτέ, μα ποτέ, να αναλαμβάνουν οποιαδήποτε ατομική ευθύνη για την επιτυχία του εγχειρήματος μέσα στο οποίο υποτίθεται πως λειτουργούν. «Πρώτα ο εαυτούλης μου», αυτή είναι η ιδεολογία του καριερίστα. Αυτός ο φορέας της ιδιότυπης  ενδιαφέρεται πρώτα και κύρια για την πάρτη του. Θέλει να έχει υψηλές αποδοχές, μεγάλα μπόνους και πρώτα απ' όλα βαρύγδουπο τίτλο και «αναγνώριση». Απαιτεί να του μιλάς με σεβασμό, συχνά στον πληθυντικό, και είναι πρώτος στις επιτυχίες μα τελευταίος στις αποτυχίες.

Αυτό που θέλω να πω με απλά λόγια είναι το εξής: Οι «καριερίστες», στο πλαίσιο του παραπάνω ορισμού, είναι είναι ένα μεγάλο πρόβλημα όχι μόνο για τις επιχειρήσεις και την επιχειρηματικότητα αλλά συνολικά για την κοινωνία μας. Η νίκη έχει πολλούς πατέρες, η ήττα κανέναν. Η διάσημη αυτή ρήση θα μπορούσε να έχει λεχθεί για τους καριερίστες. Αν δει κανείς τα ελληνικά επιχειρηματικά «success stories» των τελευταίων δεκαετιών, θα ανακαλύψει μεγάλο πλήθος από δαύτους.

Διάβαζα πρόσφατα το εκπληκτικό βιβλίο του Χρόνη Μίσσιου «Το κλειδί είναι κάτω από το γεράνι». Λέει σε ένα σημείο ο συγγραφέας για την έννοια της ατομικής ευθύνης. Ότι από τη μια, ο κόσμος θα αλλάξει μόνο αν πρώτα καθένας μας αποφασίσει να αλλάξει μόνος του και από την άλλη, είναι τόσοι πολλοί αυτοί που ποτέ δεν ανέλαβαν καμία ατομική ευθύνη περιμένοντας τη ζωή τους να περάσει.

Αυτοί είναι οι καριερίστες. Είναι εκείνοι που τρέμουν την ατομική ευθύνη. Είναι οι μισθοφόροι που με την κατάλληλη αμοιβή δεν θα διστάσουν να κάνουν οτιδήποτε – και, ταυτόχρονα, οι πρώτοι που θα εγκαταλείψουν το σκάφος στην πιο δύσκολη στιγμή. Πάνω απ' όλα, αυτό που πρέπει να γίνει απόλυτα σαφές σε όλους, είναι τα άτομα με αυτήν τη συμπεριφορά  καμιά απολύτως σχέση δεν έχουν με την επιχειρηματικότητα.

-    Ο επιχειρηματίας, ο δημιουργός, ο μάστορας, πάνω απ' όλα βάζει την ομάδα. Ο καριερίστας πάνω απ' όλα βάζει τον εαυτούλη του, την «καριέρα του».

-    Τον δημιουργό τον ενδιαφέρει τι γίνεται στην πραγματικότητα. Τον καριερίστα τον ενδιαφέρει τι φαίνεται ότι γίνεται. Να «φανεί» ότι έκανε τη δουλειά, όχι να την κάνει στην πράξη.

-    Ο μάστορας πρώτα και κύρια αναλαμβάνει πάντα την ευθύνη των πράξεων του. Αντίθετα, ο καριερίστας δεν φταίει ποτέ. Εκείνος, πάντα έκανε τη δουλειά του σωστά. Για τα άλλα δεν ήξερε, δεν γνώριζε, δεν ρωτήθηκε. Σίγουρα πάντως, δεν έφταιγε ποτέ σε τίποτα.

Τα είχε πει λοιπόν καλά ο πρωθυπουργικός σύμβουλος. Αμφιβάλλω βέβαια αν είχε κάνει την ίδια ανάλυση, όμως το συμπέρασμα είναι ίδιο. Η «καριέρα» είναι χολέρα.

Στην κοινωνία αυτή θέλουμε δημιουργούς. Θέλουμε ανθρώπους που επιζητούν την ατομική ευθύνη στο πλαίσιο της συλλογικής προσπάθειας. Θέλουμε ανθρώπους που εμπνέονται από τη δημιουργία και θέλουν να νιώσουν τη χαρά της. Θέλουμε ανθρώπους που μπορούν να είναι χρήσιμοι στο κοινωνικό σύνολο και να βρίσκουν δίκαιη ανταμοιβή για την προσπάθεια που κάνουν και για τα αποτελέσματά της.

Φτάνει πια με τον ατομισμό. Αυτός είναι που ενσαρκώνεται στην κυρίαρχη αντίληψη περί καριέρας, αυτός είναι η χολέρα. Στο μέτρο που η ανθρωποκεντρικότητα είναι η πλέον απάνθρωπη φιλοσοφία, ομοίως ο ατομισμός οδηγεί στη άρνηση της ατομικής ευθύνης και στην ουσιαστική διάλυση κάθε ομάδας.

Η πρόοδος όμως είναι πάντα αποτέλεσμα δουλειάς ομαδικής.

Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 2018

Ένα ευχαριστώ στον Ζακ Κωστόπουλο

Το λιγότερο που χρωστάμε όλοι στον Ζακ Κωστόπουλο είναι ένα μεγάλο ευχαριστώ. Αυτό διότι άθελά του, μέσα από το τραγικό του τέλος αποκάλυψε τις μάσκες που με τόση επιμέλεια φορούσαν μεγάλα τμήματα της κοινωνίας. Αποκάλυψε πάνω απ' όλα πόσο τραγικά ανεπαρκής είναι η παιδεία που διαχρονικά προσέφερε η ελληνική πολιτεία στους μελλοντικούς πολίτες της.

Ένας θάνατος είναι πάντα μια τραγωδία. Ο θάνατος δεν έχει εθνικότητα, πολιτισμό ούτε κοινωνική τάξη. Ο θάνατος του εχθρού είναι το ίδιο θλιβερός τον θάνατο του φίλου. Η απώλεια μιας ζωής είναι μια ανείπωτη τραγωδία, όπως και για οποιαδήποτε λόγο τελικά προκύψει.

Όμως φαίνεται πως την παραπάνω αναντίρρητη αλήθεια, όσο κι αν έχει πάμπολλες φορές επιβεβαιωθεί στην ιστορία, ένα σημαντικό τμήμα της ελληνικής κοινωνίας επιμένει να την αγνοεί.

Ο προπονητής στην εφηβική ομάδα μπάσκετ της Δόξας Ασπροπύργου το 1993 μας είχε πει «του ετοιμοθάνατου δεν πας να του βγάλεις το μάτι», όταν κάποτε παίξαμε αδικαιολόγητα σκληρή άμυνα εναντίον μιας ομάδας που κερδίζαμε με μεγάλη διαφορά.

Κάτι που κατάλαβαν εύκολα δεκαπεντάχρονα παιδιά πριν 25 χρόνια, μοιάζει να υπερβαίνει πλήθος συνανθρώπων μας σήμερα, πολλοί εκ των οποίων με λαμπρές σπουδές και καριέρες.

Είναι κρίμα. Μια ζωή οδηγημένη από το μίσος είναι μια ζωή ανεκπλήρωτη, μια ευκαιρία χαμένη. Χιλιάδες συνανθρώπων μας βιώνουν αυτήν την απέραντη δυστυχία. Ζουν στο μίσος, το βγάζουν εναντίον ενός ανθρώπου που έχασε τη ζωή του τόσο σκληρά, τόσο άδοξα και τόσο άδικα.

Η απάντηση μας όμως δεν μπορεί να είναι μίσος προς το μίσος. Όπως έλεγαν παλιότερα, το αίμα δεν ξεπλένεται με αίμα. Οι άνθρωποι αυτοί πρώτα απ'όλα χρειάζονται την κατανόηση και την αγάπη μας, μήπως και καταφέρουν να διασωθούν. Στη συνέχεια όμως, η πλειοψηφία της κοινωνίας έχει μια κορυφαία προτεραιότητα: Τη ριζική αναδιάρθρωση του εκπαιδευτικού μας συστήματος, τη συθθέμελη αλλαγή του έτσι ώστε οι επόμενες γενιές να απαλλαγούν από την κατάρα του μίσους — Μήπως και εκείνες τελικά καταφέρουν να ζήσουν.

Για τη συνειδητοποίηση της παραπάνω πραγματικότητας χρωστάμε όλοι ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Ζακ Κωστόπουλο.

Τρίτη 25 Σεπτεμβρίου 2018

Σήμερα θα 'ταν τα γενέθλια σου

Σε σκέφτομαι να κάθεσαι στον καναπέ. Να σε ρωτάω τι κάνεις και να μου απαντάς ότι τώρα πια γέρασες και σημασία έχει τι κάνουμε εμείς. Να με ρωτάς τι γίνεται στη δουλειά. Τι κάνουν ο Βαγγέλης, ο Θανάσης και ο Σάκης με το ηλεκτρονικό φροντιστήριο. Να σου λέω ότι πάνε καλύτερα τα πράγματα και να απαντάς αμέσως ότι με δουλειά και υπομονή όλα θα γίνουν.

Φαντάζομαι να σου λέω πως ο Βαγγέλης και ο Σάκης παντρεύτηκαν και έχουν δυο παιδιά πια. Να χαίρεσαι, να μου λες να ζήσουν μα και αμέσως να αναρωτιέσαι εγώ τι κάνω, τι περιμένω, κι εγώ αμέσως να απαντάω πως όλα θα γίνουν στην ώρα τους.

Σκέφτομαι μετά να με ρωτάς τι κάνει ο κύριος Πρύτανης κι εγώ να σου λέω τα δυσάρεστα. Φαντάζομαι να στενοχωριέσαι, να αναρωτιέσαι μα πως έγινε αυτό, να λες ότι ήταν άδικο.

Μετά ίσως η σκέψη σου πήγαινε στα αδέρφια σου. Θα μου έλεγες για τη θεία Ξανθή, πόσο είχε δουλέψει, πόσο είχε ταλαιπωρηθεί. Και πόσο όμως πρέπει να χάρηκε με τις κόρες, τον γαμπρό και την εγγονή της. Δύσκολη η ζωή, σίγουρα, υπάρχει όμως και ανταμοιβή θα μου έλεγες.

Σίγουρα θα μιλούσες μετά για τον θείο τον Κωστάκη. Θα μου λεγες ξανά ότι θα μπορούσε να έχει σπουδάσει και να κάνει σπουδαία πράγματα, όμως οι καταστάσεις, τότε στη δεκαετία του 50, ήταν δύσκολες και δεν το επέτρεψαν αυτό να γίνει. Ευγνωμοσύνη θα έδειχνες ακόμα μια φορά για τη μεγάλη βοήθεια του.

Μετά θα μου έλεγες για τον μπαμπά. Φλεβάρη του 2011 χιόνιζε, είχε πέσει και είχε χτυπήσει. Πόναγε στον ώμο. Είπα θα τον πάω στο νοσοκομείο να δούμε, γιατί ο γιατρός λέει πως τα χτυπήματα αυτά καμιά φορά είναι ύπουλα. Πρόσεξε Δημήτρη μου μου είχες πει γιατί έχει δουλέψει πολύ και είναι καλός άνθρωπος. Καμιά φορά τους γέρους στα νοσοκομεία δεν τους προσέχουν πολύ, είχες συνεχίσει. 

Ξαφνιάστηκα τότε. Για ποιο λόγο έλεγες το αυτονόητο, αυτό που ξέραμε όλοι; Ίσως μετά από χρόνια να έχω καταλάβει. Τα αυτονόητα νιώθουμε την ανάγκη να τα επαναλαμβάνουμε σε στιγμές κομβικές, όπου οι λέξεις έχουν άλλη διάσταση και άλλη σημασία. Ένα πρόσεχε, ένα σ'αγαπώ, μπορεί να συμπηκνώσει όλη την αγάπη του κόσμου.

Δεν ξέρω αν θα μπορούσες να ξεπεράσεις την απώλεια του. Η στενοχώρια σου σίγουρα θα ήταν ανείπωτη, ίσως όμως και να έλεγες πως επιτέλους αναπαύτηκε και ότι, από ένα σημείο και μετά, η ζωή με το αλτσχάιμερ δεν έχει νόημα κανένα. Ήταν άδικο αυτό που συνέβαινε και σε είχε καταβάλλει.

Μετά όμως θα μιλούσαμε για τα ευχάριστα. Θα με ρωτούσες για τη Βάλια και τον μικρό Γιώργο. Πως τα πηγαίνουν στο προνήπιο, εάν έχουν προσαρμοστεί, εάν έχουν κάνει φίλους. Τι κάνει η Καλίνα, ο κύριος Γιάννης και η κυρία Κική. Αν πηγαίνουμε στο Άστρος και αν οι δικοί τους είναι όλοι καλά.

Ίσως μετά να μιλούσαμε και για την κοινωνία. Σοκαρισμένη θα ήσουν σίγουρα από τα γεγονότα. Πως πάψαμε να είμαστε άνθρωποι σε τόσες πτυχές της ζωής μας. Αν χρειαστεί, μη διστάσετε να φύγετε μου είχες πει. Τόσο από τον Ασπρόπυργο όσο και από την Ελλάδα. Σημασία έχει να προχωρήσετε μπροστά, να προοδεύσετε και μόνον έτσι θα μπορέσετε να βοηθήσετε και τον τόπο.

Χθες ήμουν σε μια συναυλία του Σαββόπουλου στο Ηρώδειο. Πρώτη φορά. Θυμήθηκα εκείνη την επίσκεψη στο νέο μουσείο της Ακρόπολης - ήταν δίπλα, βλέπεις - που ανέβαλα εκείνο το Αυγουστιάτικο Σάββατο για μια άλλη φορά. Μια άλλη φορά που δεν ήρθε ποτέ.

Είπε ο Σαββόπουλος ότι του λείπουν μερικές στιγμές αφόρητα οι γονείς του. Νομίζω πολλοί στο ακροατήριο ένιωσαν να μιλάει στην καρδιά τους - είναι αφόρητο το κενό. Γεμίζει συχνά με μια πολύ γλυκιά ανάμνηση, με ένα λαμπερό φως. Δεν παύει να είναι κενό όμως και στη δύσκολη στιγμή πάντα θα υπενθυμίσει την απώλεια.

Είπε ακόμα για ένα τραγούδι από την εποχή των γονιών του - που νομίζω θα το θυμόσουν κι εσύ, σίγουρα:

«Ας ερχόσουν για λίγο
μοναχά για ένα βράδυ
να γεμίσεις με φως
το φριχτό μου σκοτάδι
και στα δυο σου τα χέρια
να με σφίξεις ζεστά
ας ερχόσουν για λίγο
κι ας χανόσουν μετά»

Το ξέρω, είναι διαφορετικό το περιεχόμενο του τραγουδιού. Λέει όμως κάτι τόσο δυνατό. Ας ερχόσουν για λίγο κι ας χανόσουν μετά.

Σκέφτομαι πάλι πως αν με έβλεπες να δακρύζω γράφοντας ένα κείμενο χαράματα 25ης Σεπτεμβρίου, μάλλον θα μου  χαμογελούσες με μια σιγουριά που τόσο με ηρεμούσε ότι κι αν συνέβαινε, και θα μου έλεγες πως τότε, όταν χάσαμε τον παππού, πόσο χαζή ήσουν που αντέδρασες με τόσο ακραία θλίψη, γιατί τι πιο φυσικό για έναν γέρο από το να πεθάνει. Γιατί λοιπόν εγώ να κάνω έτσι;

Τα χρόνια περνάνε. Η ανάμνηση όμως είναι πιο ζωντανή από ποτέ. Το μυαλό μου είναι ακόμα μπερδεμένο. Την απώλεια δεν μπορώ να τη διαχειριστώ καλά. Ίσως μεγαλώνοντας να αρχίσω να τα καταφέρνω καλύτερα.

Ήταν δυο μέρες μετά τα γενέθλια σου. Πάγωσα όταν άκουσα τον Βασίλη στο τηλέφωνο. Λίγη ώρα μετά, τρεις λέξεις κυριαρχούσαν στο μυαλό μου. Πίστη, Λόγος, Αγάπη. Ένα τρίπτυχο υπέροχο για να πορεύεται κάνεις στη ζωή. Ελπίζω πως θα συμφωνούσες.

Ως τη Νίκη, Πάντοτε, Μιχάλη Χαραλαμπίδη

Αγαπημένε Δάσκαλε Μιχάλη Χαραλαμπίδη, Ήταν Ιούνιος του 1996, διάβαζα μαθηματικά για τις πανελλήνιες εξετάσεις της επόμενης μέρας. Στιγμή ιερ...