Η κοινή γνώμη πληροφορήθηκε χθες πως ο κ. Πρωθυπουργός κάνει ολιγοήμερο ταξίδι στις ΗΠΑ για να "εγκαταστήσει" την κόρη του σε κορυφαίο πανεπιστημιακό ίδρυμα της χώρας αυτής. Το timing όμως δεν θα μπορούσε να είναι χειρότερο: Έκπληκτοι μάθαμε όλοι, επίσης χθες, πως πολλά Τμήματα της χώρας μας μένουν χωρίς φοιτητές εξ' αιτίας της εφαρμογής του νέου κανονισμού εισαγωγής φοιτητών.
Τι μήνυμα λοιπόν μας στέλνει, ηθελημένα ή μη, ο Πρωθυπουργός της χώρας μέσα από αυτήν τη σύμπτωση;
Ας δούμε τα ζητήματα πιο προσεκτικά:
Τόσο εγώ όσο και πολλοί άλλοι στο παρελθόν έχουμε κατακρίνει σφόδρα την υποτιθέμενη 'αναπτυξιακή' πολιτική των δεκαετιών του '80 και '90 που λίγο πολύ έλεγε "κάθε χωριό και στρατόπεδο, κάθε κωμόπολη και ΤΕΙ". Πράγματι, μπορούσε για δεκαετίες να παρατηρεί κανείς την ίδρυση διάσπαρτων τμημάτων ανώτερης και ανώτατης εκπαίδευσης δίχως κανένα σχέδιο και στρατηγική, κατά κανόνα ως αποτέλεσμα πιέσεων των τοπικών πολιτευτών ώστε να 'υπάρξει εισόδημα': Δηλαδή δωμάτια προς ενοικίαση σε φοιτητές, κίνηση στα καταστήματα εστίασης κλπ.
Κορυφαίο παράδειγμα απόλυτης απουσίας στρατηγικής που οδηγεί σε παρανοϊκές αποφάσεις θεωρώ εκείνο της Τρίπολης, όπου το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου θεώρησε λογικό να ιδρύσει δυο Τμήματα Πληροφορικής σε αυτήν την σχετικά μικρή επαρχιακή πόλη (τα οποία ευτυχώς αργότερα συγχωνεύτηκαν).
Θέλω ακόμα να τονίσω πως κατά την γνώμη μου είναι στρατηγικό λάθος η (δήθεν) κατάργηση της ανώτερης εκπαίδευσης (με την, επίσης δήθεν, 'ανωτατοποίηση' των ΤΕΙ) όσο και την, άκουσον άκουσον, 'εξίσωση' των πολυτεχνικών πτυχίων με ...μεταπτυχιακά (πάλι καλά που το ΕΜΠ δεν απαίτησε το πτυχίο του να ισοδυναμεί με διδακτορικό!).
Αφενός μεν η ανώτερη εκπαίδευση θεραπεύει διαφορετική - και πολύ σημαντική! - ανάγκη από την ανώτατη, αφετέρου δεν η νοοτροπία της 'εξίσωσης πτυχίου με μεταπτυχιακό' είναι κορυφαίο παράδειγμα στρεβλής προσέγγισης στο ζήτημα των επαγγελματικών δικαιωμάτων.
Δεν χωράει τέλος αμφιβολία πως το φαινόμενο του φροντιστηρίου αποδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο πως κάτι πολύ λάθος συμβαίνει στο σύστημα εισαγωγής στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Ναι λοιπόν, χρειαζόμαστε λιγότερους εισακτέους σε τμήματα ΑΕΙ ώστε αυτά να αποκτήσουν υψηλότερο επίπεδο σπουδών. Χρειαζόμστε ακόμα μια ισχυρή ανώτερη εκπαίδευση καθώς και επίσης και ισχυρά και ποιοτικά ΙΕΚ. Πάνω απ' όλα βέβαια χρειαζόμαστε ένα ποιοτικό άλμα στην α' και β' βάθμια εκπαίδευση - Ας μην γελιόμαστε, το λεγόμενο 'χαρτί του Λυκείου' έφτασε να μην σημαίνει απολύτως τίποτα.
Πώς λοιπόν θα καταφέρουμε όλα αυτά που αναμφίβολα χρειαζόμαστε; Σίγουρα όχι μέσα από την απαξίωση.
Επαναλαμβάνω λοιπόν τα προφανή:
- Ο χώρος της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης στην Ελλάδα χρειάζεται δομικές αλλαγές.
- Θέλουμε λιγότερα και μικρότερα πανεπιστημιακά τμήματα με πολύ μεγαλύτερη δημόσια χρηματοδότηση από τον τακτικό προϋπολογισμό.
- Χρειαζόμαστε μια πολύ σημαντική επένδυση στην ανώτερη εκπαίδευση (δηλαδή με απλά λόγια, επαναφορά των ΤΕΙ) με τμήματα εφαρμοσμένων σπουδών προσανατολισμένα στην τοπική & περιφερειακή οικονομική δραστηριότητα - τόσο στην υπάρχουσα όσο και σε αυτήν που θέλουμε να αναπτυχθεί.
- Τα ΤΕΙ δεν πρέπει και δεν μπορούν να είναι ο "φτωχός συγγενής των ΑΕΙ", όπως τα αντιλαμβανόταν η ελληνική κοινωνία για χρόνια. To ακριβώς αντίθετο: Θεραπεύουν διαφορετική ανάγκη, πρέπει να είναι στην αιχμή της τεχνολογίας και του management και πρέπει να προσφέρουν πολύ καλύτερες επαγγελματικές προοπτικές από τα Πανεπιστήμια - Τα οποία εξ' ορισμού πρέπει να είναι περισσότερο προσανατολισμένα στη (βασική) έρευνα.
- Aπαιτείται μια πολύ ουσιαστική επένδυση στην τεχνική/μεταλυκειακή εκπαίδευση.
- Όλα τα παραπάνω προϋποθέτουν μια πολύ σημαντική αναβάθμιση της α' βάθμιας και, κυρίως, της β' βάθμιας εκπαίδευσης.
Αντ' αυτών όμως, τι είδαμε;
Είδαμε πρώτα απ' όλα να σπαταλώνται πόροι για την δημιουργία της παντελώς αχρείαστης (και άχρηστης, ας μου επιτραπεί), 'πανεπιστημιακής αστυνομίας'. Είδαμε μετά μια σπασμωδική εφαρμογή μιας 'ελάχιστης βάσης εισαγωγής' η οποία χτύπησε πολύ σοβαρά πανεπιστημιακά τμήματα. Συζητήθηκε η Αρχιτεκτονική Ξάνθης που έμεινε χωρίς φοιτητές (0 εισακτέοι) και του Μαθηματικού Σάμου που παίρνει μόλις έξι (ναι, 6) νέους φοιτητές.
Προσωπικά εξεπλάγην από δυο Τμήματα του Πανεπιστημίου Κρήτης και συγκεκριμένα των Τμημάτων Μαθηματικών και Φυσικής. Καθώς είμαι απόφοιτος της Σχολής Θετικών Επιστημών του Π.Κ. και είχα πάρει μαθήματα κορμού και επιλογής από τα δυο αυτά Τμήματα, είμαι σε θέση να γνωρίζω το υψηλότατο επίπεδό τους. Αναγνωρίζονται αμφότερα εκ των κορυφαίων της χώρας. Τι κατάφερε λοιπόν το νέο σύστημα; Ιδού:
- Τμήμα Μαθηματικών Ηρακλείου με 31 επιτυχόντες σε 168 θέσεις,
- Τμημα Φυσικής Ηρακλείου 34 επιτυχόντες σε 155 θέσεις
...τα δυο αυτά κορυφαία Τμήματα μόλις και μετά βίας θα καλύψουν περί το 20% των θέσεών τους για πρωτοετείς φοιτητές. Πρόκειται περί μεγάλης ντροπής για το Υπουργείο Παιδείας και συνολικά για το Ελληνικό κράτος.
Κάποιοι μπορούν βέβαια να πουν πως τα Τμήματα αυτά ηθελημένα έθεσαν υψηλή Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής ώστε να αυξήσουν την ποιότητα και να μειώσουν τον αριθμό των εισακτέων. Αρμόδια να το απαντήσουν αυτό είναι μόνο τα ίδια τα Τμήματα. Δυσκολεύομαι όμως πολύ να πιστέψω πως οι παραπάνω αριθμοί νέων φοιτητών αποτελούν συνειδητές επιλογές των διοικήσεων των Τμημάτων.
Δεν μπορούμε σε κάθε περίπτωση να μην κρίνουμε και να μην αξιολογήσουμε την πολιτική διάσταση του ζητήματος: Φοβάμαι πως πίσω από τις εξελίξεις αυτές κρύβεται μια ξεκάθαρη επιλογή, την οποία ο κ. Πρωθυπουργός φροντίζει να μας υπενθυμίζει με κάθε τρόπο: Η παρακμή, ή έστω ο σημαντικός περιορισμός, της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης στην Ελλάδα και η μετατροπή της χώρας σε μια οικονομία χαμηλού κόστους εργασίας με το αντίστοιχο εκπαιδευτικό σύστημα υποστήριξης αυτής της οικονομίας.
Ας προσπαθήσουμε να δούμε τα πράγματα από απόσταση:
- Την χώρα τη διοικεί μια ελίτ.
- Αρχικά η ελίτ έχασε το ενδιαφέρον της για την α’ και τη β’ βάθμια εκπαίδευση. Πώς; Μέσω της επικράτησης των ιδιωτικών σχολείων και της πλήρους απαξίωσης της δημόσιας εκπαίδευσης.
- Τώρα η ελίτ χάνει το ενδιαφέρον της και για τη γ’ βάθμια εκπαίδευση. Πως; Μέσω των ΙΒ και των προπτυχιακών σπουδών στο εξωτερικό.
Τα πανεπιστημιακά τμήματα θα μείνουν (βάσει του σχεδίου της ελίτ) χωρίς αντικείμενο:
- Οι πανεπιστημιακές σπουδές θα γίνονται κατά κύριο λόγο στο εξωτερικό, για τους λίγους που θα συνεχίσουν να τους αφορούν (όλοι έχουμε ακούσει γονείς μαθητών γυμνασίου, καμιά φορά και δημοτικού (!) να κάνουν σχέδια για τις σπουδές των παιδιών τους στο εξωτερικό επειδή 'το ελληνικό πανεπιστήμιο έχει χαλάσει').
- Αντίθετα η χώρα θα παράγει σωρηδόν 'ψυκτικούς από το Περιστέρι' και λοιπούς πληβείους στα απαξιβωμένα ΙΕΚ, στα απαξιωμένα Πανεπιστήμια και τα 'ανωτατοποιημένα' ΤΕΙ, και φυσικά στα «ιδιωτικά πανεπιστήμια» - επιπέδου που θα δικαιολογείτο εάν το 1821 δεν είχε υπάρξει και ζούσαμε στην επαρχία Yunanistan...
H προοπτική αυτή είναι απόλυτα δυστοπική, τρομακτική. Δεν είναι αυτή η Ελλάδα που θέλουμε. Η άρχουσα τάξη της χώρας, σίγουρα μετά τον Β' ΠΠ, ήταν κατά βάση μεταπρατική. Φρόντιζε η Ελλάδα να δανείζεται, με τα δάνεια έκανε μεγάλες προμήθειες με σημαντικό περιθώριο κέρδους το οποίο στη συνέχεια έβρισκε τον δρόμο του προς το εξωτερικό. Μια οικονομία εξαγωγής κεφαλαίων, όπως είναι πολύ συχνό στον υπανάπτυκτο και τον αναπτυσσόμενο κόσμο.
Δεν είναι παράλογο λοιπόν να φοβάται κανείς πως μετά την "εξαγωγή κεφαλαίου", η ελίτ, είτε το καταλαβαίνει ή όχι, προχωρά στη συστηματική "εξαγωγή ανθρωπίνου κεφαλαίου" μέσα από την, σταδιακή μεν - απόλυτη δε, απαξίωση του εγχώριου εκπαιδευτικού συστήματος.
Αυτό είναι το όραμά μας λοιπόν για το μέλλον; Σε παλιότερο μήνυμά μου
ρωτούσα πως ονειρευόμαστε την Ελλάδα του 2071. Είναι σαφές πως η ελίτ που έχει την ευθύνη της χώρας, ανεξάρτητα αν το έχει συνειδητοποιήσει ή όχι, την οραματίζεται κυρίως
ως τόπο διακοπών (της).
Χωρίς σοβαρή επένδυση στην εκπαίδευση, το μέλλον της χώρας θα είναι άσχημο. Εννοείται βεβαίως πως δεν μπορεί να γίνει σοβαρή δουλειά στην γ'βάθμια εκπαίδευση αν έχουν αφεθεί στη μοίρα τους η β' και η α' βάθμια. Πριν πολλές δεκαετίες οι δρόμοι της Αθήνας δονούνταν από το σύνθημα "15% για την παιδεία". Μπορεί σήμερα το ποσοστό αυτό να φαντάζει εξωπραγματικό, κάποια στιγμή πάντως πρέπει να δούμε τις προτεραιότητές μας.
Η χώρα έχει ανάγκη μιας
νέας εκπαιδευτικής πολιτικής. Η επένδυση στην παιδεία οφείλει να είναι
μεγάλη,
σταθερή και
μακρόχρονη. Η εκπαιδευτική μας στρατηγική οφείλει να σχεδιαστεί σε συνάρτηση της αντοίστιχης αναπτυξιακής και της οικονομικής στρατηγικής. Ταυτόχρονα, ένα μόνο είναι βέβαιο: Όσο σημαντική μερίδα της ελληνικής κοινωνίας πείθεται πως τα πανεπιστήμια είναι 'άντρα ανομίας' και πως προτεραιότητα μας είναι να δημιουργούμε και να εξοπλίζουμε
ομάδες καταστολής, τόσο το
εκπαιδευτικό σύστημα θα παρακμάζει σε όλες του τις βαθμίδες και τελικά θα καταρρεύσει.
Πέρα από αυτό, θα ήθελα να κλείσω με την εξής παρατήρηση: Είναι σαφές πως τα δημόσια πρόσωπα έχουν και αυτά ανάγκη ιδιωτικού χώρου. Πολύ περισσότερο οι οικογένειες, κυρίως δε τα παιδιά, τέτοιων προσώπων είναι συχνά θύματα του ρόλου και της προβολής του εκάστοτε μέλους της οικογένειας που έχει μια θέση ευθύνης. Αντιλαμβάνομαι πλήρως τους λόγους που μπορεί να ωθούν ένα παιδί πρωθυπουργού να προτιμά να σπουδάσει στο εξωτερικό - ίσως να είναι και το παιδαγωγικά ορθό. Καλώς έπραξε λοιπόν η νεαρή Κυρία Μητσοτάκη και επέλεξε να σπουδάσει στις ΗΠΑ και μπράβο στους γονείς της που την στηρίζουν.
Από την άλλη, πέρα από το τραγικά λανθασμένο timing που ανέδειξα στην αρχή του άρθρου, δύσκολα μπορεί να κλείσει τα μάτια του κανείς στην επικοινωνιακή διαχείριση του θέματος, τόσο του συγκεκριμένου συμβάντος όσο και συνολικά των περί της παιδείας. Η Κυβέρνηση Μητσοτάκη κυριαρχείται από αποφοίτους συγκεκριμένου ιδιωτικού σχολείου, ενώ πολλοί υπουργοί της, του κ. Πρωθυπουργού συμπεριλαμβανομένου, δεν έχουν βιώματα της ελληνικής πανεπιστημιακής ζωής. Προωθούνται με κάθε τρόπο πολύ συγκεκριμένα στερεότυπα περί της εκπαίδευσης που φτάνουν στον βαθμό της εμμονής.
Είναι ώρα ο κ. Πρωθυπουργός και συνολικά οι κυβερνώντες, αν θέλουν το καλό της χώρας, να ανοίξουν τα μάτια, τα αυτιά και, κυρίως, το μυαλό τους. Αν υπάρχει ελπίδα για μια ευημερούσα Ελλάδα στο μέλλον, αυτή μπορεί να βρεθεί
μόνο στη δημόσια παιδεία και πουθενά αλλού. Για να ενημερωθούν σχετικά, ας ρίξουν μια ματιά στο "
The Common Good" του
Robert Reich, γραμμένο στην γλώσσα που γνωρίζουν καλύτερα και για την χώρα που (υποτίθεται πως) θαυμάζουν περισσότερο.
Συνοψίζοντας, η κεντρική πολιτική απόφαση που οφείλει να ληφθεί είναι ξεκάθαρη: Σημαντικά μεγαλύτερη επένδυση σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Έχει άραγε το θάρρος να πράξει το σωστό η ελληνική κυβέρνηση;
Ίδωμεν.