Κυριακή 23 Ιουλίου 2017

Εργασία, διοίκηση και ιδιοκτησία

Κάθε επιχείρηση κατά βάση είναι οι άνθρωποι της. Θα δει κανείς στη βιβλιογραφία αλλά και με την κοινή λογική πως εκτός από τους ανθρώπους, βασικό ρόλο παίζουν ακόμα τα συστήματα και οι διαδικασίες. Αν το καλοσκεφτούμε όμως θα δούμε πως εν τέλει και αυτά, τα απολύτως κρίσιμα και απαραίτητα συστατικά μιας επιχείρησης, αναφέρονται στους ανθρώπους τους οποίους αφορούν.
Είναι πράγματι λοιπόν ο άνθρωπος το θεμέλιο κάθε επιχείρησης. Μια απλή ανάλυση όμως θα μας οδηγήσει πως οι άνθρωποι σε έναν οργανισμό παίρνουν διάφορους ρόλους και, σαν να μην έφτανε αυτό, πολλές φορές ένας άνθρωπος τυχαίνει να έχει περισσότερους του ενός ρόλους. 

Μελετώντας τους ρόλους αυτούς γρήγορα φτάνουμε στο συμπέρασμα πως κατηγοριοποιούνται σε τρεις κύριες κατηγορίες:
— Τον ρόλο του εργαζομένου
— Τον ρόλο του διευθυντή
— Τον ρόλο του ιδιοκτήτη (ή μετόχου, ή επενδυτή)

Οι τρεις αυτοί ρόλοι είναι απολύτως διακριτοί και πρέπει να είναι με σαφήνεια κατανοητοί τόσο από τον οργανισμό όσο και από κάθε μέλος του. Δεν είναι δύσκολο να αντιληφθούμε πως δεν είναι σπάνιο ένας άνθρωπος να έχει ταυτόχρονα δύο ρόλους ενώ σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να έχει και τους τρεις.

Συνοπτικά οι στόχοι κάθε ρόλου είναι οι ακόλουθοι:
— Ο εργαζόμενος πρέπει να εκτελεί τις εργασίες που είναι απαραίτητες για τη λειτουργία του οργανισμού, για την εξυπηρέτηση δηλαδή του λόγου ύπαρξης του.
— Ο διευθυντής είναι εκείνος που έχει την ευθύνη του συντονισμού των εργαζομένων, καθώς και της ορθής εκτέλεσης των διαδικασιών και απόδοσης των συστημάτων, ώστε το αποτέλεσμα της εργασίας να συμβαδίζει τόσο με τα ποιοτικά και λειτουργικά όσο και με τα οικονομικά κριτήρια και στόχους που έχουν τεθεί από τον οργανισμό.
— Ο ιδιοκτήτης είναι βασικά εκείνος που κάνει τρία πράγματα: Την αρχική επένδυση, την περιοδική, συνήθως ετήσια, στοχοθεσία και χάραξη στρατηγικής, καθώς και τον ορισμό της διεύθυνσης - Του γενικού δηλαδή διευθυντή της επιχείρησης.

Σε επιχειρήσεις μεγαλύτερου μεγέθους και συνήθως πολυμετοχικές υπάρχει η έννοια του Διοικητικού Συμβουλίου που είναι ένα ολογομελές και ευέλικτο σώμα το οποίο παίζει τον ρόλο της αντιπροσώπευσης των ιδιοκτητών, οι οποίοι το ορίζουν και στους οποίους αναφέρεται κατά κανόνα μέσω μιας ετήσιας γενικής συνέλευσης τους.

Στο πλαίσιο αυτό, κυρία ευθύνη του Διοικητικού Συμβουλίου είναι ο ορισμός της κατάλληλης διοίκησης και η χάραξη στρατηγικής που θα οδηγήσει σε αύξηση της αξίας του οργανισμού (κανονικά σε μακροχρόνια και βιώσιμη βάση).

Σε μικρές και νεοφυείς επιχειρήσεις δεν είναι καθόλου σπάνιο το ίδιο πρόσωπο να είναι εργαζόμενος - δημιουργός, διευθυντής και ιδιοκτήτης. Αυτό είναι απολύτως εντάξει στο πλαίσιο που ο συγκεκριμένος άνθρωπος κατανοεί τους ρόλους αυτούς και έχει τη δυνατότητα να εναλλάσσεται μεταξύ τους.

Εκεί που πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα είναι στο ζήτημα των αμοιβών καθώς οι τρεις ρόλοι που περιγράψαμε αντιστοιχούν σε τρία διαφορετικά είδη αμοιβής.

Η εργασία πρέπει να αμείβεται με τρόπο αντικειμενικό, με βάση τις τιμές της αγοράς. Δεν είναι σπάνιο καθόλου να βλέπουμε μικρές και νεοφυείς επιχειρήσεις που αυτό δεν γίνεται αντιληπτό από τους ιδρυτές, δημιουργώντας διάφορες στρεβλώσεις.

Επειδή η επιχείρηση είναι "δική τους", οι ιδρυτές συχνά βάζουν είτε πολύ μικρό, ή πολύ μεγάλο, ή άλλες φορές και καθόλου μισθό για τον εαυτό τους. Είναι μεγάλο λάθος καθώς αλλοιώνει την ίδια τη δική τους εικόνα για την επιχείρηση.

Μετά οι διευθυντές πρέπει να αμείβονται βάσει στόχων. Συχνά θα έχουν κάποιες βασικές αποδοχές, καθώς είναι κι εκείνοι εργαζόμενοι, όμως το μεγάλο μέρος της αμοιβής τους πρέπει να καταβάλλεται με την επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί από τους ιδιοκτήτες, ή από το ΔΣ εκ μέρους των ιδιοκτητών, ιδανικά μάλιστα αναλογικά με την επίδοση που επετεύχθη σε κάθε στόχο.

Τέλος οι ιδιοκτήτες πρέπει να αμείβονται από τα κέρδη. Δηλαδή αφού ο οργανισμός έχει καλύψει όλες τις υποχρεώσεις του και έχει κάνει και τις επενδύσεις που θα του επιτρέπουν να συνεχίσει να είναι αποδοτικός και στο μέλλον, εάν και εφόσον υπάρχει περίσσευμα αυτά είναι τα διανεμόμενα κέρδη στους ιδιοκτήτες — που από οικονομικής άποψης είναι ο μόνος λόγος ύπαρξης μιας επιχείρησης (άποψη βέβαια που αμφισβητείται ευθέως από πολλούς και σοβαρούς ανθρώπους αλλά σε αυτό θα επανέλθουμε σε επόμενη ανάρτηση).

Στην περίπτωση που σε κάποιο πρόσωπο συνυπάρχουν περισσότεροι του ενός από τους παραπάνω ρόλους, οι αμοιβές πρέπει να υπολογίζονται ανεξάρτητα. Για παράδειγμα, δεν γίνεται ο ιδιοκτήτης να μην έχει έναν λογικό μισθό "γιατί θα πάρει από τα κέρδη", αφού η ίδια η πράξη του μικρού - ή βεβαίως και του μεγάλου - μισθού επηρεάζει την κερδοφορία. Αντίστοιχα, δεν γίνεται ο ιδρυτής που έχει και μια διοικητική ευθύνη να μην έχει και κάποια στοχοθεσία και οι αμοιβές του να μην έχουν να κάνουν με την επίτευξη των στόχων.

Αν αναλογιστούμε τα παραπάνω θα δούμε ότι πράγματι, δυστυχώς, ελάχιστοι ιδρυτές νεοφυών επιχειρήσεων κάνουν στοχοθεσία και σύνδεση της αμοιβής τους, ως διευθυντές, αναλόγως της επίτευξης στόχων και, πολύ χειρότερα, ειδικά στις λεγόμενες μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ελάχιστοι ιδρυτές αντιλαμβάνονται πως τα κέρδη που μπορούν να μοιραστούν προκύπτουν αφού έχουν πληρωθεί όλες οι υποχρεώσεις και έχουν επίσης γίνει οι απαιτούμενες επενδύσεις για το μέλλον. 

Πολύ συχνά ακούμε για ιστορίες μικρών και μεσαίων επιχειρηματιών όπου 'μπέρδευαν' το ταμείο της επιχείρησης με το πορτοφόλι τους (έμποροι, ασφαλιστές και πολλοί άλλοι...) με τραγικές συνέπειες τελικά καθώς τα χρήματα που ξόδευαν δεν ήταν στην πραγματικότητα δικά τους. Δυστυχώς το ίδιο φαινόμενο παρατηρείται συχνά και σε νεοφυείς επιχειρήσεις που έχουν λάβει κάποια ουσιαστική χρηματοδότηση.
 
Για να έχουμε καλύτερες επιχειρήσεις και ισχυρότερη οικονομία είναι απαραίτητο οι επίδοξοι ιδρυτές να κατανοήσουν αυτούς τους τρεις ρόλους, εργασία, διοίκηση και ιδιοκτησία, που υπάρχουν σε οποιαδήποτε επιχείρηση, κερδοσκοπική ή μη, οποιουδήποτε είδους.

Αν αυτό δεν συμβαίνει, όπως δυστυχώς είναι ο κανόνας, οι πιθανότητες είναι πως σε μια περίοδο που δεν υπάρχει έντονη ανάπτυξη (διότι όταν "βρέχει λεφτά" ακόμα και οι χειρότερες επιχειρήσεις φαινομενικά μεγαλώνουν) οι επιχειρήσεις αυτές δεν θα καταφέρουν να ανταποκριθούν και θα προκύψουν τα φαινόμενα που βιώνουμε στη χώρα μας τα τελευταία επτά χρόνια.

Τετάρτη 19 Ιουλίου 2017

Startups και ωράριο

Όταν ξεκινήσαμε τη Virtual Trip λέγαμε πως το κάναμε για τρεις βασικούς λόγους:

1. Να είμαστε αφεντικά του εαυτού μας
2. Να έχουμε δίκαιο μερίδιο στην υπεραξία της εργασίας μας
3. Να έχουμε ευέλικτα ωράρια

Επιπλέον δίναμε δυο ακόμα λόγους, όχι όμως το ίδιο σημαντικούς με τους πρώτους τρεις:
α. Να μην εκτελούμε εντολές ενός ανίδεου
β. Να κάνουμε κάτι ενδιαφέρον

Όπως βλέπουμε λοιπόν το θέμα του 'ευέλικτου ωραρίου' ήταν καθοριστικής σημασίας για να κινητοποιήσει πέντε προπτυχιακούς φοιτητές, 21 και 22 ετών, να ξεκινήσουν μια από τις πρώτες νεοφυείς επιχειρήσεις της χώρας.

Αυτό που διαπιστώσαμε βέβαια πολύ σύντομα ήταν το εξής: Μπορεί το ωράριο να ήταν ευέλικτο αλλά τελικά σίγουρα δουλεύαμε πολύ περισσότερο από το "οχτάωρο", ή τουλάχιστον πολύ περισσότερο από όσο νομίζαμε πως θα δουλεύουμε - Συμπεριλαμβανομένων πολλών ξενυχτιών και ολόκληρων σαββατοκύριακων στο υπόγειο του Επιστημονικού & Τεχνολογικού Πάρκου Κρήτης για να 'βγουν τα deadlines'.

Τα επόμενα χρόνια, όσο η εταιρεία μεγάλωνε και οι δουλειές μας σοβάρευαν, είδαμε πως η ευελιξία που είχαμε οραματιστεί είχε αρχίσει να χάνεται. Για πολλούς λόγους διάφορες παραλλαγές του μισητού 'Nine to Five' γίνονταν σχεδόν υποχρεωτικές.

Στα πρώτα χρόνια, ακόμα στο ΕΤΕΠ-Κ, πριν το 2004, το ωράριο ήταν σύνηθες σημείο τριβής μεταξύ των ιδρυτικών vtrippers. "Που ήσουν τότε", "σε χρειαζόμουν για να κάνουμε αυτό", "ετούτη την βδομάδα δεν έχεις κάνει τίποτα", "πάλι διακοπες θα πας", "δεν γίνεται να έρχεσαι 1:00 το μεσημέρι στο γραφείο", και πολλά άλλα ιδιαίτερα χαριτωμένα λέγονταν τότε. Μετά που η εταιρεία απέκτησε γραφείο στην Αθήνα και τους πρώτους της εργαζομένους με θυμάμαι πολλές φορές να είμαι πριν τις 10:00 στο γραφείο και να έχουν έρθει ελάχιστοι - ή και κανείς. Όσο κι αν το διαχειριζόμουν με τη λογική, ένα συναίσθημα μεταξύ θυμού, απορίας και παραπόνου ήταν η αυθόρμητη και ειλικρινής αντίδραση του οργανισμού μου.

Τα χρόνια συνέχιζαν να περνάνε και το πρόβλημα έμενε ίδιο κι απαράλλαχτο. Ο συγχρονισμός και συντονισμός των ανθρώπων της ομάδας είναι πρόβλημα ιδιαιτέρως δυσεπίλυτο. Πολύ χειρότερα, αρκεί ένα κακόβουλο μέλος σε μια πολυπληθή ομάδα, ώστε να προκληθούν αλυσιδωτές αντιδράσεις του τύπου 'γιατί αυτός κάνει έτσι κι εμείς αλλιώς; είναι εκείνος ο έξυπνος κι εμείς τα κορόιδα; κλπ κλπ'.

Γύρω στο 2010, όταν άρχισα πια να έχω μια σχετικά σημαντική διεθνή εμπειρία, έμαθα για τα ασύλληπτα ωράρια που εργάζονται οι συνάδελφοι μας στις μεγάλες συμβουλευτικές, επενδυτικές και ελεγκτικές εταιρείες. Είναι εκεί που το 12-ωρο θεωρείται ημιαργία, που όχι σπάνια άνθρωποι λιποθυμούν από την κούραση, που μένουν ένα δεκάλεπτο στην τουαλέτα 'απλά για έναν πολύ σύντομο ύπνο'. Το ενδιαφέρον είναι πως οι συνθήκες αυτές δεν είναι η εξαίρεση σε πολλές από τις εταιρείες αυτές αλλά ο κανόνας.


Ακόμα περισσότερο ενδιαφέρον είναι το γιατί συμβαίνει αυτό το φαινόμενο: Σίγουρα η δουλειά είναι πολλή και οι διορίες ασφυκτικές. Πάνω απ' όλα όμως οι εργαζόμενοι ντρέπονται να φύγουν αφού, αν το κάνουν, ακόμα κι αν δεν κάνουν τίποτα χρήσιμο στο γραφείο, θα θεωρηθεί ότι προδίδουν την ομάδα.

Ας κάνω εδώ βέβαια μια σύντομη παρένθεση για να πω ότι γεμίζω με ανησυχία κάθε φορά που αναλογίζομαι πόσες κρίσιμες εργασίες, εργασίες που ένα πιθανό σφάλμα θα είχε τραγικές συνέπειες, έχουν γίνει από ανθρώπους που έχουν εργαστεί ήδη περισσότερες από 14 ώρες την ημέρα και την στιγμή που τις εκτελούν.

Συνεχίζοντας και γυρνώντας πίσω στην ελληνική αγορά, μια παρόμοια κατάσταση με τις διεθνείς συμβουλευτικές, επενδυτικές και ελεγκτικές εταιρείες τη συνάντησα στις συμβουλευτικές αλλά και σε εταιρείες πληροφορικής, όπως η Virtual Trip και τόσες πολλές άλλες, την περίοδο των διαγωνισμών δημοσίου. Πράγματι και στις περιπτώσεις αυτές οι άνθρωποι εργάζονται πολύ μακρά ωράρια, ξενυχτούν και δεν είναι σπάνιο να μείνουν δυο, σε σπάνιες φορές και τρια, συνεχόμενα εικοσιτετράωρα στο γραφείο.

Βέβαια για να είμαστε δίκαιοι πρέπει να κάνουμε δυο  παρατηρήσεις: Πρώτον, συνήθως, η κατάσταση αυτή δεν είναι συνεχής αλλά έχει να κάνει με συγκεκριμένα γεγονότα, όπως π.χ. η υποβολή πρότασης σε έναν διαγωνισμό. Δεύτερον, πολλές φορές, η απαίτηση για υπερβολική εργασία είναι συνέπεια της ανοργανωσιάς που χαρακτηρίζει τις επιχειρήσεις αυτές.

Σήμερα, μετά από 17 χρόνια προβληματισμού στο θέμα (!) έχω καταλήξει πως το ωράριο είναι ένα αναγκαίο καλό. Καλό και όχι κακό, σίγουρα δε απολύτως αναγκαίο. Μια μέρα που ξεκινάς να εργάζεσαι στις 11:30, είναι δυστυχώς μια σχεδόν χαμένη μέρα. Η παραγωγικότητα των πρωινών ωρών δεν συγκρίνεται με τίποτα. Είναι νομίζω μεγάλη ευτυχία να μπορείς να έχεις ένα τρίωρο κάθε πρωί που θα μπορέσεις να κάνεις ουσιαστική παραγωγική εργασία με καθαρό μυαλό. Αυτό θα απογειώσει τόσο τα αποτελέσματα της εργασίας όσο και, πάνω απ' όλα, την ευχαρίστηση του υποκειμένου από την εκτέλεση της εργασίας του. Συμβουλή μου επίσης είναι, συνέπεια του προηγουμένου, όλα τα meetings, conference calls, κλπ να μπαίνουν το απόγευμα.

Όπως είπα όμως παραπάνω η υπερεργασία είναι επικίνδυνη. Είναι επικίνδυνη διότι οδηγεί σε λάθη, δημιουργει εκνευρισμούς, κουράζει τις ομάδες και τα μέλη τους. Είναι εν τέλει αντιπαραγωγική και ενάντια στο συμφέρον του οργανισμού, του εργαζομένου, του πελάτη και του προμηθευτή. Με απλά λόγια, η υπερεργασία δεν βοηθά κανέναν.

Όσο όμως είναι αλήθεια ότι η υπερεργασία είναι εσφαλμένη, το ίδιο ή και περισσότερο αλήθεια είναι ότι ο εργαζόμενος με το παρακάτω ωράριο στην πραγματικότητα εκμεταλλεύεται τους συναδέλφους του και στερείται τη χαρά της δημιουργίας:
- Φτάνει στο γραφείο μεταξύ 10:00 και 10:30
- Πίνει καφεδάκι και μιλά με συναδέλφους για μισή ώρα με τρια τέταρτα
- Στη 1:00 κάνει διάλεια για φαγητό και μετά το φαγητό ένα καφεδάκι για να συνέλθει από το food coma
- Κατά τις 2:45 με 3:00 επιστρέφει στην εργασία του, αλλά κάθεται ένα μισαωράκι στα social media
- Στις 3:45 θυμάται μια επείγουσα προσωπική του υποχρέωση εκτός γραφείου
- Επιστρέφει στις 4:45 και κατά τις 5:15 καταλαβαίνει ότι πέρασε η μέρα και αρχίζει να μαζεύει τα πράγματά του για να επιστρέψει σπίτι

Αν σας θυμίζει κάτι, stay away from them!!! O 'συνάδελφος' με την παραπάνω συμπεριφορά είναι απολύτως προφανές ότι δεν θέλει να είναι εκεί. Στην πραγματικότητα η εργασία για αυτόν είναι δουλειά, είναι δηλαδή δουλεία, άρα δυστυχία. Όσο νωρίτερα φύγει, τόσο το καλύτερο και για εκείνον και για την ομάδα και για τον οργανισμό.

Έχω καταλήξει ότι το οχτάωρο κρύβει μεγάλη σοφία μέσα του. Ακόμα και το 35ωρο/εβδομάδα είναι μια χαρά. Απαραίτηρη προϋπόθεση όμως είναι πως οι ώρες αυτές είναι αληθινές και αφορούν εργασία (συμπεριλαμβανομένης της εκπαίδευσης και των συναντήσεων που δεν ξεπέφτουν σε εταιρικά κουτσομπολιά - όπως δυστυχώς γίνεται συνήθως).

Με πολύ απλά λόγια: Ένας εργαζόμενος που θα έρθει στο γραφείο και θα εργαστεί επτά ή οχτώ ώρες την ημέρα, κάνοντας τα απαραίτητα διαλείμματα για φαγητό, καφέ και ξεκούραση, που εκτιμώ πως έχουν διάρκεια συνολικά από μια έως δυο ώρες, θα μπορέσει να είναι πολύ χρήσιμος στην ομάδα του, ιδιαίτερα παραγωγικός για τον οργανισμό του και τους συνεργαζόμενους οργανισμούς, θα μπορέσει να απολαύσει τις χαρές της δημιουργίας και της μάθησης και θα έχει και αρκετό χρόνο για την οικογένειά του, την προσωπική του ζωή γενικότερα καθώς επίσης και για την ξεκούραση και την υγεία του.

Ακούγεται πολύ απλό αλλά σας πληροφορώ πως δεν είναι και τόσο. Αν, όπως πολλοί στον δικό μας κλάδο, σας αρέσει να έρχεστε στο γραφείο μεταξύ 10:00 και 10:30, αυτό σημαίνει πως αν φύγετε πριν τις 7μμ μάλλον συμπληρώνετε οριακά ένα 35-ωρο/εβδομάδα. Σε περίπτωση που σας αρέσει δε να ξυπνάτε λίγο πιο πρωί - εγώ προσωπικά ποτέ δεν θα είμαι αυτός - ίσως να μπορέσετε να φεύγετε και από τις 6:00 ώστε να έχετε αρκετό χρόνο το απόγευμα για μάθηση, κοινωνικοποίηση, άθληση, διασκέδαση και ότι άλλο αγαπάτε!

Κλείνω λέγοντας με το προφανές: Στις εργασίες έντασης γνώσης είναι πανεύκολο να κοροϊδεύει κανείς. Τον ευατό του πρώτα και όλους τους άλλους μετά. Το ξέρουμε όλοι πως μπορούμε να κάτσουμε στον υπολογιστή 12 ώρες και να μην κάνουμε σχεδόν τίποτα. Είναι κρίμα διότι αυτές οι 12 ώρες περνάνε και δεν θα ξαναρθούν, πρώτα και κύρια για εμάς τους ίδιους. Αν έχω δικαίωμα μιας συμβουλής, ή έστω μιας ιδέας ή πρότασης, θα έλεγα τα εξής για ένα 'πρότυπο οχτάωρο':

- 5 ώρες παραγωγική εργασία
- 1 ώρα εκπαίδευση
- 2-3 ώρες έρευνα και επικοινωνία

Αν πρέπει να γίνουν εκπτώσεις, προτείνω να κόψετε πρώτα από την παραγωγική εργασία, μετά από την έρευνα και επικοινωνία (συναντήσεις, calls, κλπ) και τέλος από την εκπαίδευση. Η συνήθεια του να διαβάζετε ή να πειραματίζεστε μια ώρα την ημέρα, κάθε μέρα, θα μπορέσει να πάει σε νέα ύψη την προσωπικότητά σας, την ευχαρίστηση από την εργασία καθώς και τους οργανισμούς που είστε ενταγμένοι!

Κυριακή 16 Ιουλίου 2017

Είχε κόσμο το Καλλιμάρμαρο;

Την περασμένη Τετάρτη μαζί με αρκετούς συναδέλφους πήγαμε στη συναυλία του Σαββόπουλου.

Προσωπικά εγώ δεν πήγα για το "Όλοι μαζί μπορούμε". Κάθε προσπάθεια υποστήριξης των αδυνάτων είναι καλοδεχούμενη και αξιέπαινη, νομίζω όμως πως πολλές είναι σε λάθος κατεύθυνση ως προς την αποτελεσματικότητα τους αλλά και τη νοοτροπία που καλλιεργούν. Όπως λέγαμε παλιά «πρέπει να τους μάθεις να ψαρεύουν, όχι να τους δίνεις ψάρια να φάνε».

Πήγα λοιπόν για τη μουσική του Σαββόπουλου, η οποία μου αρέσει πολύ. Μου αρέσει η συννεφούλα, μου αρέσει ο άγγελος εξάγγελος, μου αρέσει το σαν τον καραγκιόζη. Όπως φαίνεται, τα ίδια και τόσα πολλά ακόμα τραγούδια αρέσουν και σε δεκάδες χιλιάδες συμπολίτες μας οι οποίοι μαζικά συνέρευσαν στο Παναθηναϊκό Στάδιο.

Είδα πως πολλά γράφτηκαν για αυτήν τη συναυλία. Το βρίσκω περίεργο. Υπάρχουν ατελείωτα θέματα να θίξει κανείς στην Ελλάδα του σήμερα και όμως όλοι φαίνεται θέλουν να μιλήσουν για μια συναυλία. Υπάρχει μια τεράστια κοινωνική, οικονομική, εκπαιδευτική, παραγωγική και πολιτισμική κρίση. Υπάρχει αναμφίβολα μια κρίση ταυτότητας. Παρά ταύτα μια συναυλία φαίνεται να είναι σημαντικότερη όλων αυτών.

Αν σκεφτούμε βέβαια πως η συναυλία είναι μιας μορφής πανηγύρι, βλέπουμε μάλλον ότι ως λαός έχουμε μια έφεση στα πανηγύρια. Είμαστε δηλαδή για τα πανηγύρια.

Εν πάση περιπτώσει, δεν θέλω να σχολιάσω τα ατελείωτα και γραφικότατα που γράφτηκαν για αυτήν τη συναυλία ένθεν κακείθεν, παρά μόνο ένα: Γράφτηκε κάπου ότι «δεν είχε και τόσο κόσμο». Μάλιστα. Εντάξει παιδιά, το τερματίσατε. Τελείως όμως.

Η αλήθεια είναι πως το Καλλιμάρμαρο ήταν ασφυκτικά γεμάτο. Είχε περισσότερο κόσμο από όσο περιμέναμε. Είχε περισσότερο κόσμο απ' όσο θέλαμε. Είχε περισσότερο από όσο χωρούσε.

Οι κερκίδες του Σταδίου είχαν γεμίσει εντελώς. Εντελώς όμως. Εκτός φυσικά από ένα πολύ μικρό τμήμα και από τις δύο πλευρές, προς την είσοδο του Σταδίου, που ήταν πίσω από την σκηνή, πίσω από τα ηχεία, που ούτε έβλεπες ούτε άκουγες (και πάρα ταύτα κάποιοι είχαν καθίσει εκεί, διότι απλά δεν χωρούσαν αλλού).

Το Στάδιο λοιπόν ήταν εντελώς γεμάτο. Το κοινό είχε παλμό και ενθουσιασμό και απόλαυσε μια πολύ ωραία συναυλία. Μέχρι εκεί και ήταν πάρα πολύ καλά.

Τώρα γιατί όλοι, πάλι ένθεν κακείθεν, προσπαθούν να βρουν ένα βαθύτερο νόημα, ένα μήνυμα, σε μια συναυλία, ειλικρινά δεν μπορώ να το γνωρίζω. Μοιάζει με μια ανάγκη άρνησης της πραγματικότητας. Δεν μας καλύπτει αυτό που ζούμε και θέλουμε σώνει και καλά ένα βαθύτερο νόημα.

Τι να πω... Δεν θέλω να σας απογοητεύσω αλλά ήταν απλά μια συναυλία. Υπέροχη μεν, συναυλία δε.

Τώρα για εκείνον που έγραψε ότι το στάδιο δεν ήταν γεμάτο, τρία πράγματα μόνο μπορεί να υποθέσει κανείς:
1) Τυφλωμένος από φανατισμό
2) Πληρωμένο troll
3) Ατυχής που πίστεψε κάποιον από τις παραπάνω δύο κατηγορίες

Κλείνω με μια παρατήρηση: Αν πρέπει να φτάσουμε στο σημείο να επιχειρηματολογήσουμε σχετικά με το αν ένα ασφυκτικά γεμάτο στάδιο «είχε κόσμο» ή όχι, τότε κάτι πάει πάρα, πάρα πολύ στραβά με την κοινωνία μας και από μόνο του πρέπει να λειτουργήσει κάπως σαν ξυπνητήρι για να βγούμε από αυτόν τον λήθαργο, τη βλακεία στην οποία μας έχει οδηγήσει ο φανατισμός.

Τετάρτη 5 Ιουλίου 2017

Μια ανάσα αισιοδοξίας από το Πάντειο Πανεπιστήμιο

Την Παρασκευή 30 Μαΐου, χάρη στον πολύ καλό φίλο Σπύρο Καπετανάκη που συνεργάζεται στο πλαίσιο αυτό με την εξαίρετη Μπέττυ Τσακαρέστου είχα την ευκαιρία να συνομιλήσω για περισσότερη από μια ώρα με προπτυχιακούς φοιτητές του Παντείου Πανεπιστημίου σχετικά με τις νεοφυείς επιχειρήσεις και τους τρόπους χρηματοδότησής τους.

Η συζήτηση ήταν ζωντανή και έντονη. Καταφέραμε να έχουμε μια ουσιαστική ανταλλαγή απόψεων, να επικοινωνήσουμε. Νομίζω πως οι φοιτητές είχαν μια αρκετά καλή άποψη για την επιχειρηματικότητα και τα ειδικά χαρακτηριστικά των νεοφυών επιχειρήσεων. 

Όχι βέβαια πως δεν παρατήρησα τα γνωστά συμπτώματα του "Silicon Paranoia". Μια άνευ προηγουμένου εμμονή με την "ιδέα" και μια ακόμα χειρότερη με τους "επενδυτές". Όχι ότι αμφότερα δεν έχουν μεγάλη σημασία αλλά, όπως γνωρίζουν όλοι όσοι έχουν αληθινή εμπειρία στο επιχειρείν τα πάντα εξαρτώνται από την υλοποίηση — Execution is the new innovation.

Θέλω να πιστεύω πως πράγματι στο τέλος της συνομιλίας μας η μεγάλη πλειοψηφία των φοιτητών είχε κατανοήσει πως η αξία δεν βρίσκεται σε οποιαδήποτε ιδέα αλλά στην ομάδα που με σχέδιο και αποφασιστικότητα θα προσπαθήσει να την υλοποιήσει καθώς και ότι η όποια χρηματοδότηση είναι το μέσο για την επίτευξη ενός σκοπού και όχι ο σκοπός ο ίδιος. 

Φεύγοντας από τον χώρο του μαθήματος ήμουν πολύ περισσότερο αισιόδοξος σε σχέση με πριν. Όπως είπα και παραπάνω οι φοιτητές έχουν εξαιρετικά καλή αντίληψη για το σύγχρονο επιχειρείν και είναι κατά κανόνα πολύ καλοί συζητητές — πράγμα για το οποίο πρέπει να συγχαρούμε πρώτα και κύρια τους ίδιους όπως και τους διδάσκοντες καθηγητές τους. 

Συχνά μας δημιουργείται μια ιδιαίτερα καταθλιπτική, μίζερη εικόνα της πραγματικότητας, ιδιαίτερα αν μένουμε στα μεταδιδόμενα από τα μέσα ενημέρωσης και τις αναφορές στα social media. Πολλές φορές βέβαια υπάρχει απογοήτευση βάσει αντικειμενικών δεδομένων. Αυτό όμως που τις φορές εκείνες αποτυγχάνουμε να θέσουμε υπόψιν μας είναι ο ανθρώπινος παράγοντας, πόση δύναμη αλλαγής έχουν δηλαδή μέσα τους η όρεξη και η θέληση των νέων. 

Όσο υπάρχουν νέα παιδιά γεμάτα ενέργεια να δημιουργήσουν, να φτιάξουν έναν κόσμο καλύτερο από εκείνον που τους παραδίδουμε οι προηγούμενοι, όλοι μπορούμε και πρέπει να είμαστε αισιόδοξοι για το μέλλον. 

Όσο κι αν όλοι προσπαθούν να μας πείσουν για το αντίθετο, νομίζω πως οι καλύτερες μέρες είναι μπροστά μας, τόσο για τη νεοφυή επιχειρηματικότητα όσο και για την Ελλάδα συνολικά. Αρκεί να δώσουμε χώρο στους νεώτερους να πραγματώσουν τη δημιουργικότητα τους, αναλαμβάνοντας έτσι και τις ευθύνες τους έναντι της κοινωνίας. 

Φορολογία, ανάπτυξη και ποιότητα ζωής

Στις αρχές Ιουνίου ήμουν για λίγες μέρες στο Lund της Σουηδίας,  στον πολύ καλό φίλο Γιάννη Κωστόγιαννη που διαπρέπει εκεί ως ορθοπεδικός χειρουργός. Έτυχε να είναι η δεύτερη φορά σε σύντομο διάστημα καθώς τον Μάιο ήμουν στην Στοκχόλμη για το 7th European Youth Entrepreneurship Conference από το Yes for Europe —στην πόλη εκείνη είχα ζήσει 6 μήνες σαν φοιτητής Erasmus το 1998.  

Είδα λοιπόν και πάλι,  με τα ίδια μου τα μάτια,  ότι ένα διαφορετικό μοντέλο οργάνωσης της κοινωνίας και της οικονομίας είναι απολύτως εφικτό και βιώσιμο. Ένα μοντέλο που βάζει πάνω απ'όλα τον άνθρωπο και ταυτόχρονα δημιουργεί προϋποθέσεις για ισχυρή οικονομική ανάπτυξη και σταθερή βελτίωση του βιοτικού επιπέδου χωρίς αποκλεισμούς. 

Το προσφέρει το Σουηδικό κράτος στους Πολίτες του; Μεταξύ άλλων δίνει υψηλοτάτου  επιπέδου δωρεάν παιδεία και υγεία για όλους δίχως καμία εξαίρεση. Δίνει ακόμα κορυφαίες υποδομές, εξαιρετική ασφάλεια και αίσθημα δικαιοσύνης. 

Πώς τα καταφέρνουν όλα αυτά οι Σκανδιναβοί φίλοι μας; Πού βρίσκουν τόσα χρήματα;  Μα φυσικά με  υψηλότατους φόρους. Μαγικές λύσεις δεν υπάρχουν, έτσι λοιπόν τόσο οι ιδιώτες όσο και οι επιχειρήσεις επιστρέφουν στην κοινωνία ένα σημαντικό μέρος των εισοδημάτων τους. 

Να λοιπόν που η κυρίαρχη πολιτική άποψη στην Ελλάδα και τόσες άλλες χώρες, εκείνη που λέει πως η ανάπτυξη προϋποθέτει κυρίως τη χαμηλή φορολογία και τους χαμηλούς μισθούς, αμφισβητείται στην πράξη από το παράδειγμα της Σουηδίας. 

Που έχει οδηγήσει λοιπόν η υψηλή φορολογία φυσικών και νομικών προσώπων; Που έχουν οδηγήσει οι μεγάλοι μισθοί και συντάξεις, η δωρεάν υγεία και παιδιά για όλους;  Έχουν οδηγήσει σε μια εξαιρετικά δυναμική και εξωστρεφή οικονομία με εντυπωσιακή καινοτομία σε όλους τους κλάδους. Αμέτρητα παραδείγματα ξεκινώντας από επιχειρήσεις της παραδοσιακής οικονομίας όπως η TetraPak και η IKEA, φτάνοντας  μέχρι την αιχμή του ψηφιακού επιχειρείν με εταιρείες όπως η Axis και η Spotify. 

Εξάλλου, όπως έχω ακούσει τον ίδιο τον Morten Lund να λέει το 2008, αναφερόμενος στη Δανία — της οποίας η Σουηδία μάλλον είναι βελτιωμένη έκδοση, η γνώση της ασφάλειας που παρείχε η κοινωνία για τον ίδιο και την οικογένειά του τον βοήθησαν να πάρει μεγάλα επιχειρηματικά και επενδυτικά ρίσκα, οδηγώντας μεταξύ άλλων στη δημιουργία επιχειρήσεων όπως το Skype. 

Ενδεικτικό της επιτυχίας της ψηφιακής οικονομίας στη χώρα αυτή είναι ότι η Σουηδία έχει τα περισσότερα unicorns per capita στον κόσμο μετά το Silicon Valley.

Θα αναρωτηθεί δίκαια κάποιος, “είναι τελικά ο παράδεισος επί της γης η Σουηδία;”.  Σίγουρα όχι. Αντιμετωπίζει πολλές προκλήσεις και οι άνθρωποι εκ φύσεως πάντα θέλουν το καλύτερο - οπότε καμιά φορά εξακολουθούν να γκρινιάζουν σε περιβάλλοντα που σε άλλους φαίνονται ιδανικά. 

Το ασφαλές συμπέρασμα όμως είμαι ότι  σίγουρα η χώρα αυτή έχει καταφέρει πολλά, σε όλα τα επίπεδα. Καλό είναι λοιπόν να μελετηθεί σε βάθος. Ιστορικά, κοινωνιολογικά, πολιτικά, οικονομικά, πολιτισμικά. Σίγουρα έχουμε να μάθουμε πολλά. 

Κλείνω με μια συμβουλή προς όλους: Η πολυετής περίοδο της κρίσης στην Ελλάδα, ως μάλλον ήταν αναμενόμενο, έχει δημιουργήσει έντονο και πολυεπίπεδο φανατισμό. Πολλοί φαίνονται σίγουροι για όλα, απορρίπτοντας δίχως δεύτερη σκέψη την αντίθετη άποψη. 

Αυτές οι βεβαιότητες όμως τελικά εγκλωβίζουν τη δημιουργικότητα μας, εμποδίζοντας μας την κρίσιμη στιγμή να σκεφτούμε και να πράξουμε έξυπνα, αποτελεσματικά. Ας ανοίξουμε λοιπόν τα μάτια και τα αυτιά μας, ας μελετήσουμε χώρες και κοινωνίες που έχουν προοδεύσει και ας γίνουμε ιδιαίτερα επιφυλακτικοί προς κάθε είδους βεβαιότητες.

Ως τη Νίκη, Πάντοτε, Μιχάλη Χαραλαμπίδη

Αγαπημένε Δάσκαλε Μιχάλη Χαραλαμπίδη, Ήταν Ιούνιος του 1996, διάβαζα μαθηματικά για τις πανελλήνιες εξετάσεις της επόμενης μέρας. Στιγμή ιερ...