Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2021

Κάποιες ακόμα σκέψεις για την αστυνομία στα πανεπιστήμια

Σε συνέχεια προηγούμενου άρθρου μου, πολλοί φίλοι με ρώτησαν "για ποιο λόγο είμαι τόσο αντίθετος στη φύλαξη των πανεπιστημίων;". Καταλαβαίνω πως η ερώτησή τους είναι απόλυτα καλοπροαίρετη. Την ίδια στιγμή όμως είναι ενδεικτική του προβλήματος που υπάρχει στην ελληνική δημόσια σφαίρα, όπου η βιομηχανοποιημένη προπαγάνδα δεν αφήνει κανένα χώρο γόνιμου διαλόγου. 

Με αυτήν την αδιανόητη προπαγάνδα, τα πανεπιστήμια παρουσιάζονται περίπου ως εστίες εγκληματικότητας που χρήζουν αστυνομικής λύσης, την οποία κάποιοι σταλινικοί και αναρχοαυτόνομοι δεν αφήνουν να λάβει χώρα. Το πρόβλημα όμως είναι εκείνο που περιγράψει πολλά στελέχη των ελληνικών πανεπιστημίων, συχνά μάλιστα προερχόμενα από τον πολιτικό χώρο του κυβερνώντος κόμματος: Το μείζον ζήτημα είναι πως η χρηματοδότηση των πανεπιστημίων είναι 75% λιγότερη του κανονικού!

Όταν λοιπόν υπάρχει τέτοια ένδεια πόρων και η ελληνική κυβέρνηση, για την εξυπηρέτηση του δόγματος 'νόμος και τάξη' με στόχο τη δεξαμενή ψήφων της άκρας δεξιάς, αποφασίζει να διαθέσει ....30 εκατομμύρια ευρώ για την ...''πανεπιστημιακή αστυνομία", τότε είναι πολύ λογικό όλα τα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας να εξεγείρονται.

Ναι, σίγουρα υπάρχει πρόβλημα φύλαξης στο ΟΠΑ, ίσως σε κάποιες σχολές του ΕΚΠΑ, του ΕΜΠ και του ΑΠΘ. Αυτά μόνο είναι το ελληνικό πανεπιστήμιο; Όχι δεν είναι μόνο αυτά. Υπάρχει πληθώρα πανεπιστημίων σε όλη τη χώρα που κάνει σοβαρότατο εκπαιδευτικό και ερευνητικό έργο, που είναι ακραία υποχρηματοδοτημένη και που αντί να τους δώσουν πόρους να κάνουν εκπαίδευση και έρευνα, τους λένε πως χρειάζονται "πανεπιστημιακή αστυνομία".

Πέραν πάσης αμφιβολίας βρισκόμαστε εν μέσω μιας πρωτόγνωρης επιχείρησης προπαγάνδας που απαξιώνει συνειδητά το ελληνικό πανεπιστήμιο με σκοπό τελικά να το ιδιωτικοποιήσει, όπως έκανε ήδη με επιτυχία στη β' βάθμια εκπαίδευση ("αλήθεια, εσείς σε ποιο [ιδιωτικό] σχολείο πηγαίνετε;" - η ερώτηση - ντροπή για την κοινωνία μας - κάθε σύγχρονου γονέα).

Πραγματικά κανείς λοιπόν δεν διαφωνεί για την ανάγκη φύλαξης στα πανεπιστήμια. Δικαίως όμως εξεγείρονται στην πανεπιστημιακή κοινότητα όταν  βλέπουν μια μαζικη και αδιανόητη στρέβλωση της πραγματικότητας και μαζί με αυτή μια διάθεση πόρων όχι για την ίδια την εκπαίδευση και την έρευνα αλλά για την αστυνόμευση (πράξη που θα ενισχύσει αναμφίβολα τα φαινόμενα βίας και θα τα 'εξάγει' στη μεγάλη πλειοψηφία των πανεπιστημίων, από όπου μέχρι τώρα απουσιάζουν).

Το πρόβλημα κατ' εμέ πηγάζει από μια δογματική και αρρωστημένη αντίληψη ότι η δημόσια, δωρεάν τριτοβάμια εκπαίδευση είναι αναποτελεσματική. Τα δεδομένα όμως δείχνουν πως δεν είναι καθόλου αναποτελεσματική, αντίθετα μάλιστα, αποδίδει εξαιρετικά σε ένα περιβάλλον ακραίας υποχρηματοδότησης.

Τα πράγματα λοιπόν είναι απλά: Αύξηση του τακτικού προϋπολογισμού για την παιδεία, ώστε μεταξύ άλλων να καλυφθούν και οι ανάγκες φύλαξης - όμως πρώτα και κύρια να βελτιωθεί η εκπαίδευση και η έρευνα. Η παρουσία αστυνομικών μέσα στις Σχολές θα φέρει μόνο σύγκρουση και αναστάτωση και, το κυριότερο, θα είναι μια τεράστια σπατάλη πόρων που θα πάει πολύ πίσω το ελληνικό πανεπιστήμιο.

Οι νέοι της χώρας αξίζουν κάτι καλύτερο από αυτό.

Ο εξευτελισμός τριών εξουσιών και ενός συμβόλου

Μια από τις χειρότερες στιγμές που έζησε ο ελληνικός λαός την περασμένη χρονιά ήταν ο απόλυτος εξευτελισμών των τριών εξουσιών και του σημαντικότερου συμβόλου της Ελληνικής Δημοκρατίας που έλαβε χώρα τις μέρες εορτασμού της επετείου της φοιτητικής εξέγερσης της 17ης Νοεμβρίου 1973.

Πρώτα απ' όλα εξευτελίστηκε πλήρως η εκτελεστική εξουσία, τόσο το Υπουργείο της λεγόμενης Προστασίας του Πολίτη, όσο φυσικά και το πρόσωπο του Υπουργού αλλά και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός. Εξευτελίστηκαν πλήρως λέγοντας αισχρά ψέματα που δεν πιστεύουν πια ούτε τα παιδιά του δημοτικού σχολείου. Με μια διάταξη χουντικού ύφους και περιεχομένου, απαγορεύτηκαν οι συναθροίσεις περισσοτέρων των τριών (3) ατόμων σε όλη την χώρα(!!!), ενώ παράλληλα συγκεντρώθηκαν έξι χιλιάδες αστυνομικοί (επίσης, απ' όλη την χώρα) στην Αθήνα, μη τυχόν και εν τέλει γίνουν συγκεντρώσεις.

Το ψέμα φάνηκε αμέσως, καθώς η ίδια η συγκέντρωση των αστυνομικών δίχως τήρηση αποστάσεων και συχνά δίχως χρήση μάσκας, ήταν μια πραγματική υγειονομική βόμβα, η οποία δυστυχώς αργότερα έσκασε. Το ψέμα βέβαια επιβεβαιώθηκε και σε βάθος χρόνου καθώς η χουντικού ύφους απαγόρευση των συναθροίσεων, έλαβε χώρα και πάλι τον Ιανουάριο, υπό τον φόβο των φοιτητικών διαδηλώσεων, την ίδια στιγμή που ο συνωστισμός στους εμπορικούς δρόμους και τα εμπορικά κέντρα είχε ξεπεράσει κάθε προηγούμενο.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει ιστορική ευθύνη που για την εξυπηρέτηση της ακροδεξιάς ατζέντας και για τη συλλογή των ψήφων της Χρυσής Αυγής και των Ανεξαρτήτων Ελλήνων μέσα από την εφαρμογή του δόγματος "νόμος και τάξη" αφήνει τον εαυτό του να πέφτει τόσο χαμηλά. Δεν τιμά τον εαυτό του, δεν τιμά την ελληνική κυβέρνηση και σίγουρα δεν τιμά τον ελληνικό λαό.

Είναι πολύ θλιβερή η εικόνα μιας χώρας που έχει για Πρωθυπουργό έναν κοινό ψεύτη. Η απαγόρευση δεν είχε σε τίποτα να κάνει με την πανδημία, ήταν μόνο ένα επικοινωνιακό πυροτέχνημα και εσείς είπατε συνειδητά ψέματα. Ντροπή σας, Κύριε Μητσοτάκη.

Κατά δεύτερο λόγο εξευτελίστηκε η νομοθετική εξουσία. Βουλευτές των περισσοτέρων κομμάτων απευθύνθηκαν στον Πρόεδρο της Βουλής, έναν θεσμό που υποτίθεται πως υπερβαίνει κόμματα και την τρέχουσα πολιτική, και ζήτησαν το προφανές: Την προστασία του συνταγματικού του δικαιώματος της ελεύθερης μετακίνησης, πάντα με πλήρη τήρηση των κανονισμών για την αποφυγή διάδοσης του νέου κορωνοϊού. Ο Κωνσταντίνος Τασούλας όμως εκώφευσε επιδεικτικά. Όχι μόνο αγνόησε τις δίκαιες, ηθικές και νόμιμες εκκλήσεις των εκλεγμένων μελών του Ελληνικού Κοινοβουλίου, των αντιπροσώπων δηλαδή του Ελληνικού Λαού, αλλά ακόμα και κατόπιν εορτής, όταν είχαν λάβει χώρα πρωτόγνωρα γεγονότα με βουλευτές να υφίστανται οι ίδιοι την αστυνομική βία, να τρώνε ξύλο και δακρυγόνα δηλαδή, λες και είμαστε στις μαύρες δεκαετίες του '50 και του '60 ή σε κάποια κοινοβουλευτική δικτατορία της Λατινικής Αμερικής, ακόμα και τότε ο Πρόεδρος της Βουλής δεν μπόρεσε να αρθρώσει ούτε έναν λόγο συμπαράστασης.

Είναι πολύ θλιβερή η εικόνα ενός Κοινοβουλίου όπου, την στιγμή που παραβιάζονται κατάφωρα τα δικαιώματα των μελών της Εθνικής Αντιπροσωπείας, ο Πρόεδρος της Βουλής κατεβαίνει στο επίπεδο του κομματικού στρατιώτη και δεν τιμά το αξίωμά του. Ντροπή σας, Κύριε Τασούλα.

Στον ίδιο κατήφορο δυστυχώς βρέθηκε και η τρίτη εξουσία του πολιτεύματός μας, η δικαστική. Παρά τις προσφυγές, παρά το πασιφανές του πράγματος, οι δικαστές δεν τίμησαν τον όρκο τους και μίλησαν για συνταγματικότητα των συγκεκριμένων αποφάσεων, πέρα από κάθε πλαίσιο λογικής.

Είναι πολύ θλιβερή η εικόνα ενός Ανωτάτου Δικαστηρίου που σιωπά μπροστά σε καταφανείς καταπατήσεις συνταγματικών δικαιωμάτων του ελληνικού λαού με πρόφαση ένα ανόητο ψέμα. Ντροπή σας, Κυρία Σαρπ.

Το χειρότερο όλων όμως, η πραγματικά μεγίστη των απογοητεύσεων, ήταν η στάση της Προέδρου της Δημοκρατίας. Σε ανύποπτο χρόνο η Πρόεδρος μιλά και αρθρογραφεί για την αξία του κράτους δικαίου και ειδικά για την προστασία των μειονοτήτων και των μειοψηφιών. Όταν όμως τα συνταγματικά δικαιώματα του ελληνικού λαού καταπατήθηκαν με τρόπο βάναυσο και μάλιστα σε μια τόσο συμβολική μέρα, η Πρόεδρος της Δημοκρατίας επέλεξε την σιωπή.

Είναι θλιβερή η εικόνα του Συμβόλου του Πολιτεύματος, του πρώτου πολίτη της Ελληνικής Δημοκρατίας, να παραμένει σιωπηλή μπροστά σε μια τέτοια παραβίαση των συνταγματικών δικαιωμάτων του Ελληνικού Λαού, μπροστά στην ίδια τη φυσική κακοποίηση μελών του Ελληνικού Κοινοβουλίου. Ντροπή σας, Κυρία Σακελλαροπούλου.

Η ελληνική κυβέρνηση ακροβατεί στα όρια της εκτροπής. Όπως έγραψα παραπάνω, επιχειρεί να 'μαντρώσει' τα ακροδεξιά, λούμπεν στοιχεία που ψήφιζαν κυρίως της Χρυσή Αυγή και δευτερευόντως τους Ανεξάρτητους Έλληνες μέσα στο 'μεγάλο μαντρί' της ελληνικής δεξιάς. Η εφαρμογή του δόγματος 'νόμος και τάξη' είναι η αιχμή του δόρατος της στρατηγικής αυτής. Παράλληλα, επιχειρεί να αναδείξει ένα φιλελεύθερο προσωπείο (βασικά μέσα από νεοφιλελεύθερες οικονομικές επιλογές, διότι για ειλικρινή φιλελευθερισμό ούτε λόγος) για να εγκλωβίσει τους πολίτες του κεντροδεξιού και του φιλελεύθερου χώρου, πράγμα όμως που είναι στα όρια του αδυνάτου να καταφέρει καθώς όπως λέει ο λαός ''δεν χωράνε δυο καρπούζια στην ίδια μασχάλη". 

Οι φιλεύθεροι δεν μπορούν να συνυπάρξουν με τους νεοναζί, παρά μόνο στα όνειρα του κ. Μητσοτάκη και των επικοινωνιολόγων του.

Οι στιγμές που βιώνουμε είναι κρίσιμες. Όποιος έχει δει το The Great Hack και το The Social Dilemma, καταλαβαίνει αμέσως πως αντιλαμβάνεται την έννοια 'κυβέρνηση' η ομάδα που κατέχει το Μέγαρο Μαξίμου: Ως ένα πολυδύναμο γραφείο τύπου, ως μια διαρκή επιχείρηση πόλωσης και διχασμού του ελληνικού λαού. Πράγματι, μέχρι στιγμής αυτή η τακτική φαίνεται να αποδίδει: Οποιοσδήποτε τολμήσει να αρθρώσει έναν λόγο κριτικής προς την κυβέρνηση, αμέσως βαφτίζεται "Συριζαίος". Με απλά λόγια, "όποιος δεν είναι μαζί μας, είναι εναντίον μας".

Δυστυχώς όμως έτσι δεν μπορεί να λειτουργήσει η δημοκρατία. Η χώρα βαδίζει σε επικίνδυνα μονοπάτια και υπάρχει ο κίνδυνος να χαθεί ο έλεγχος των εξελίξεων από τους μαθητευόμενους μάγους του Μεγάρου Μαξίμου και οι συνέπειες για τον ελληνικό λαό να είναι ανυπολόγιστες. Ο αδιανόητος εξευτελισμός της εκτελεστικής, της νομοθετικής και της δικαστικής εξουσίας που βιώσαμε στις 17-11-2020, μαζί με το θλιβερό κατάντημα του Συμβόλου του Πολιτεύματός μας, πρέπει να λειτουργήσει ως μηχανισμός αφύπνισης των δημοκρατικών αντανακλαστικών του ελληνικού λαού. Αν δεν συμβει αυτό, τα χειρότερα είναι μπροστά μας.

Πόσο τυφλή πρέπει τελικά να είναι η Θέμιδα;

H κοινή γνώμη έμαθε χθες πως ένας βαρυποινίτης 42 ετών ο οποίος έχει πλήθος καταδικαστικών αποφάσεων και μάλιστα έχει αποδράσει δυο φορές με ελικόπτερο, έκανε χρήση του δικαιώματός του σε πενθήμερη άδεια. Του καταλογίστημε όμως πρόστιμο, διότι σε έλεγχο της αστυνομίας βρέθηκε σε αυτοκίνητο με δυο ακόμα συνεπιβάτες δίχως να φορά τη μάσκα προστασίας που προβλέπουμε τα μέτρα πρόληψης εναντίον της διάδοσης του νέου κορωνοϊού. 

Σκοπός του άρθρου αυτού δεν είναι να ασχοληθεί με το αστυνομικό ρεπορτάζ. Όλες οι εφημερίδες γράφουν για πιθανές ενδιαφέρουσες πτυχές αυτής της υπόθεσης, νομίζω όμως οι αρμόδιοι στην αστυνομία ξέρουν να κάνουν τη δουλειά τους και θα επιληφθούν του θέματος.

Δεν μπορεί όμως ένας καλόπιστος παρατηρητής να μην σχολιάσει πως ο συγκεκριμένος κρατούμενος, που από τις αρχές χαρακτηρίζεται ως ''επικίνδυνος'', για αυτό και κρατείται στις φυλακές υψίστης ασφαλείας του Δομοκού, έκανε χρήση του δικαιώματος πενθήμερης άδειας που προβλέπει ο νόμος. Ούτε πολύ περισσότερο σκοπεύω στο άρθρο αυτό να σχολιάσω τη συγκεκριμένη διάταξη του νόμου, πέραν του ότι μου φαίνεται γενικά περίεργο να δίνονται άδειες σε επικίνδυνους κρατουμένους, χωρίς να έχει εξασφαλιστεί ότι δεν θα κάνουν κακή χρήση του δικαιώματος αυτού.

Κάποιος λοιπόν από το Υπουργείο Δικαιοσύνης οφείλει να εξηγήσει στον ελληνικό λαό τον λόγο που ο συγκεκριμένος κρατούμενος δικαιούται άδειας, ενώ ένας άλλος κρατούμενος, επίσης καταδικασμένος για πολλά και σοβαρά εγκλήματα κρατούμενος στις ίδιες φυλακές, δεν δικαιούται. Το ερώτημα αυτό καθίσταται ακόμα πιο ενδιαφέρεον αν λάβει κανείς υπόψιν του πως ο δεύτερος κρατούμενος, εκείνος που στερείται το δικαίωμα άδειας, είναι ηλικιωμένος και απ´ όσο ξέρουμε δεν έχει επιχειρήσει ποτέ να αποδράσει. 

Μια δικαιοσύνη που εφαρμόζει "δύο μέτρα και δυο σταθμά", χάνει κάθε αξιοπιστία προς τον λαό που οφείλη να υπηρετεί. Η λογική ότι ο συγκεκριμένος κρατούμενος έχει "ειδικά χαρακτηριστικά" και εξαιτίας του γεγονότος αυτού δεν είναι και τόσο μεγάλο πρόβλημα να μην τηρούνται οι νόμοι και οι κανονισμοί, είναι μια λογική που βάζει βόμβα στα θεμέλια της συνταγματικής αρχής της ισονομίας και εν τέλει της ίδιας της δημοκρατίας μας.

Αν οι κανονισμοί είναι λάθος (που νομίζω πως είναι, όσον αφορά τις άδειες επικινδύνων κρατουμένων), τότε να αλλάξουν οι κανονισμοί. Όμως, η επιλεκτική εφαρμογή τους δεν προσομοιάζει σε δημοκρατική χώρα. Το μεγαλείο της δημοκρατίας εξάλλου είναι πως αντιμετωπίζει με τους ίδιους κανόνες τόσο τους φίλους όσο και τους εχθρούς της.

Φοβάμαι λοιπόν πως, ως φαίνεται, παραείναι τυφλή η Θέμιδα στην Ελλάδα του 2021.

Ως τη Νίκη, Πάντοτε, Μιχάλη Χαραλαμπίδη

Αγαπημένε Δάσκαλε Μιχάλη Χαραλαμπίδη, Ήταν Ιούνιος του 1996, διάβαζα μαθηματικά για τις πανελλήνιες εξετάσεις της επόμενης μέρας. Στιγμή ιερ...