Κυριακή 10 Ιανουαρίου 2016

Για τις εσωκομματικές εκλογές της "Νέας Δημοκρατίας" - Γιατί δεν είμαι #metonkyriako

Με θλίψη και, το ομολογώ, κάποια απόγνωση παρακολουθώ συμπολίτες που εκτιμώ πολύ να τρέφουν ελπίδες «αλλαγής» στο πολιτικό σκηνικό βάσει πιθανής ανάδειξης Μητσοτάκη σήμερα στην προεδρία της "Νέας Δημοκρατίας".
Φοβάμαι ότι όσο κατάφερε ο Γ.Α. Παπανδρέου να κάνει το "ΠαΣοΚ" ένα σύγχρονο, Ευρωπαϊκό κόμμα, άλλο τόσο θα καταφέρει να επιτύχει το ίδιο ο Κ. Κ. Μητσοτάκης με τη "Νέα Δημοκρατία", εφόσον εκλεγεί.
Η αλήθεια είναι πως όποιος ήξερε έστω και λίγα για την ιστορία του μορφώματος που αρχικά ονομάστηκε "ΠαΣοΚ", γνώριζε πως καμία προσδοκία με αφορμή την ανάδειξη Παπανδρέου στη θέση του Προέδρου είχε οποιαδήποτε βάση. Τόσο λόγω της δυναμικής και των εσωτερικών συσχετισμών στο μόρφωμα, όσο και λόγω της προσωπικής διαδρομής του "νέου" Προέδρου.
Εννοείται πως πιθανή εκλογή του Μεϊμαράκη, ενός ανθρώπου με μαύρο παρελθόν και ανύπαρκτο παρόν, δεν θα φέρει απολύτως τίποτα καλύτερο. Ο Μητσοτάκης είναι σίγουρα πιο συμπαθής. Η πολιτική όμως δεν είναι θέμα συμπάθειας.
Έτσι και στη "Νέα Δημοκρατία", δεν χρειάζεται να είσαι κάποιος μεγαλόσχημος αναλυτής για να καταλάβεις πως οι εσωτερικοί συσχετισμοί στο έτερο των μιζοκομμάτων αλλά και η διαδρομή του Μητσοτάκη εξασφαλίζουν πως τίποτα αξιόλογο δεν θα μπορέσει να κάνει - Τολμώ να το γράψω μισή ώρα πριν τη λήξη της διαδικασίας και μη γνωρίζοντας, ακόμα, αν θα εκλεγεί ή όχι.
Είτε μας αρέσει ή όχι, ο Μητσοτάκης δεν είναι χθεσινός. Είναι γόνος μιας εκ των οικογενειών που κράτησε τις τύχες της χώρας για δεκαετίες. Θέλοντας και μη, προσωποποιεί το νεποτισμό και την αντίληψη της "πολιτικής" ως λειτουργία μηχανισμών. Είναι η αντίληψη που έριξε τη χώρα στον γκρεμό. 
Ο ίδιος για δεκαετίες ήταν προβεβλημένο στέλεχος, βουλευτής και υπουργός. Η πορεία του είναι παράλληλη με εκείνη του Παπανδρέου. Δυστυχώς οι λόγοι που απέτυχε ο Παπανδρέου δεν θα διαφέρουν από τους λόγους που κάνουν και τη δική του αποτυχία το πιθανότερο σενάριο.
Ας καταλάβουμε όλοι πως με τα μιζοκόμματα "ΠαΣοΚ" και "Νέα Δημοκρατία" αποκλειστικά δύο και μόνο πράγματα χρειάζονται: 1) Θέση εκτός νόμου, 2)Σε βάθος έρευνες από εισαγγελείς για τις παράνομες χρηματοδοτήσεις και την εκτεταμένη διαφθορά τους.
Θέλω να δώσω μεγάλη έμφαση στις χρηματοδοτήσεις. Τα δυο μιζοκόμματα, έχει αποδειχτεί, είχαν αφανείς χρηματοδοτήσεις. Πρέπει να διερευνηθούν. Όχι τόσο για την απόδοση ποινικών, όσο για τις πολιτικές ευθύνες. Για να μάθουμε όλοι, ποιος τελικά κυβερνούσε αυτήν τη χώρα, ποιος είναι ο πραγματιικός υπεύθυνος της καταστροφής. Πράγμα που μέχρι σήμερα αγνοούμε.
Οφείλει επίσης να διερευνηθεί η ασύλληπτη τραπεζική χρηματοδότηση των δυο μιζοκομμάτων. Χρηματοδότηση που εν τέλει, μέσω της ανακεφλαιοποίησης, πλήρωσε ο Έλληνας φορολογούμενος. Χρηματοδότηση που δεν είχε κανένα τραπεζικό κριτήριο, που δεν τηρούσε ούτε καν τα στοιχειώδη προσχήματα. Και στην περίπτωση αυτή, το θέμα δεν είναι η απόδοση πιθανών ποινικών ευθυνών, αλλά η αποκάλυψη του αληθινού συστήματος εξουσίας.
Κάνω εδώ μια σημείωση, για να προλάβω ανούσιο αντίλογο: Το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε να ακολουθήσει το θλιβερό μονοπάτι της παρακμής, ακολούθησε την εκλόγιμη στρατηγική του ψέμματος και την κυβερνητική τακτική της μεταπολίτευσης, αφενός μεν αποτελεί θέμα μιας άλλης συζήτησης που σύντομα θα ανοίξω στο ιστολόγιο αυτό, αφετέρου δε δεν αλλάζει την ουσία των πραγμάτων για τα μιζοκόμματα.
Μοναδική λύση για τη χώρα είναι η Επιστροφή της Πολιτικής. Πολιτικής με την αυθεντική έννοια του όρου, Πολιτικής ως υψίστης των τεχνών. Στην πορεία αυτή, οι πρωταγωνιστές του χθες ο μόνος ρόλος που μπορούν να έχουν είναι εκείνος του θεατή.

Σάββατο 9 Ιανουαρίου 2016

«Γράμμα στον Κωστή» - Διαβάζοντας το βιβλίο της Ξένιας Καλογεροπούλου

Ήταν κάποια Παρασκευή ή Σάββατο βράδυ τον Αύγουστο του 2011. Είχαμε μιλήσει πριν λίγο στο τηλέφωνο και το είχαμε πει. Αύριο θα πηγαίναμε στο νέο, τότε, Μουσείο της Ακρόπολης. Δεν είχαμε δώσει κάποια ιδιαίτερη σημασία ή έμφαση, απλώς είχαμε πει να πάμε. Βόλευε, βλέπεις, καθώς ούτε πολλή ζέστη είχε και ο μπαμπάς φαινόταν να είναι σε κατάσταση που μπορούσε να ακολουθήσει χωρίς πολλά προβλήματα.

Η νύχτα όμως, εκείνη η Παρασκευή ή Σάββατο, εξελίχθηκε διαφορετικά. Αργήσαμε πολύ, διασκεδάσαμε νομίζω, με αποτέλεσμα το ξυπνητήρι στις 9:30 να ακούγεται ως κάτι ασύλληπτα βάρβαρο. Κατάφερα πάντως να σηκώσω το τηλέφωνο, να καλέσω στο σπίτι και να ενημερώσω ότι «καλύτερα να πάμε μια άλλη φορά, γιατί χθες αργήσαμε λίγο να γυρίσουμε».

Η άλλη φορά όμως δεν ήρθε ποτέ. Δεν πρόλαβα, έφυγε ξαφνικά μετά από λίγες εβδομάδες.

Αυτή η εμπειρία, που με δίδαξε με τον πιο σκληρό τρόπο να μην αφήνω ποτέ για αύριο κάτι που μπορώ να πω ή να κάνω σήμερα για έναν άνθρωπο που αγαπω πραγματικά, ήταν που αναδύθηκε πάλι στις σκέψεις μου διαβάζοντας το "Γράμμα στον Κωστή" της Ξένιας Καλογεροπούλου.



Η απώλεια είναι δύσκολη, πολύ δύσκολη. Είναι ό,τι πιο δύσκολο αντιμετωπίζει κανείς στη ζωή του. Δεν παύει όμως να είναι τμήμα της ίδιας της ζωής και σε κάποιο βαθμό να τη νοηματοδοτεί. Καθένας αντιδρά διαφορετικά στην κατάσταση αυτή. Κάποιοι σωπούν και κλείνονται στον εαυτό τους. Άλλοι θέλουν να εκφραστούν, να μιλήσουν. Η έκφραση μέσω του γραπτού λόγου, μέσω της συγγραφής ενός γράμματος, έχει για μένα τη μαγική ιδιότητα του συνδυασμού των παραπάνω αντιδράσεων. Εκφράζεσαι, μιλάς, μα παραμένεις σιωπηλός. Κάτι που μπορεί να είναι ιδιαιτέρως ανακουφιστικό.

Η Ξένια Καλογεροπούλου έχει ακριβώς την ηλικία της μητέρας μου. Γεννήθηκαν με δυο βδομάδες διαφορά, το Σεπτέμβρη του 1936. Αυτό, θέλοντας και μη, με οδήγησε να κάνω μια σειρά αναπόφευκτων συκρίσεων αφού η συγγραφέας αφιερώνει πολύ χρόνο στο γράμμα της μιλώντας για τα παιδικά και τα νεανικά της χρόνια. Δεν μπορώ να μην παρατηρήσω ότι ένα κοριτσάκι μιας μάλλον εύπορης και σίγουρα πολύ μορφωμένης οικογένειας στο Ψυχικό βίωσε την κατοχή, την απελευθέρωση και τον εμφύλιο αρκετά διαφορετικά από την κόρη δυο βοσκών στον Ασπρόπυργο. Οι δυσκολίες ήταν λιγότερες και οι ευκαιρίες σημαντικά περισσότερες.

Μετά από σκέψη νομίζω πως καταλήγω στο εξής συμπέρασμα: Περίπου 60 χρόνια μετά, το χάσμα διαβίωσης ως προς τη διαθεσιμότητα των αγαθών έχει σίγουρα περιοριστεί. Οι ανέσεις που είχε η μικρή Ξένια Καλογεροπούλου δεν υπήρχαν ούτε στα πιο τρελά όνειρα των συμμαθητριών της στον Ασπρόπυργο. Είναι όμως σαφές ότι το πολιτιστικό / μορφωτικό χάσμα από την άλλη έχει διευρυνθεί σημαντικά. Δυστυχώς η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου στις "φτωχές" περιοχές δε σηματοδότησε και μια πολιτιστική / μορφωτική ανάπτυξη, όπως δυστυχώς εύκολα βλέπει κανείς από τα παντού ευρισκόμενα σημάδια του νεοπλουτισμού.

Κάτι άλλο που βρήκα ιδιαίτερα ενδιαφέρον στο Γράμμα, ήταν οι αναφορές της Καλογεροπούλου στις προοπτικές διεθνούς καριέρας. Δεν έχω λόγο να μην πιστέψω όσα γράφει και φαίνεται πως είχε όντως τη δυνατότητα να εξελιχθεί στο εξωτερικό. Δεν το έκανε γιατί δεν μπόρεσε να σπάσει τους δεσμούς της με την Ελλάδα. Δηλαδή, με τον πρώτο της σύζυγο Γιάννη Φέρτη και μετά με τον Κωστή Σκαλιόρα. Έκανε άραγε σωστά; Η συγγραφέας αρνείται να το παραδεχτεί, δική μου εντύπωση είναι όμως πως κατά βάθος το έχει μετανιώσει. Αναρωτιέται πως θα ήταν η ζωή της αν είχε κυνηγήσει το όνειρό της στη Μ. Βρετανία, στη Γαλλία, ακόμα και στην Ινδία. Το δίδαγμα στον αναγνώστη νομίζω είναι πως πρέπει να φερθεί διαφορετικά από την Ξένια Καλογεροπούλου, αν φυσικά είναι προετοιμασμένος για τις δυσκολίες. Ζούμε μονάχα μια φορά, είμαστε πολίτες του κόσμου.

Οποτεδήποτε διαβάζει κανείς ένα βιβλίο, βλέπει μια ταινία ή απλά συμμετέχει σε μια συζήτηση που περιλαμβάνει το θέμα του θανάτου, αυτομάτως νομίζω πως ανακύπτει το ερώτημα, συνειδητά ή μη, του νοήματος της ζωής. Η πληρότητα είναι ίσως η μοναδική απάντηση. Εντύπωσή μου ως αναγνώστης του γράμματος είναι πως το προνόμιο της πληρότητας τόσο ο Κωστής Σκαλιόρας όσο και η Ξένια Καλογεροπούλου το είχαν κατακτήσει.

Πράγμα ίσως είναι η μοναδική αληθινή ευτυχία - Ελεύθερη, μάλιστα, και προσβάσιμη σε ολους.

Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 2015

Από το ΤΙ στο ΓΙΑΤΙ: Οι σκέψεις μου για τις εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου


Η στρέβλωση των λέξεων είναι ένα από τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά, ή μάλλον καλύτερα, μια από τις κύριες παθογένειες της πολιτικής περιόδου που ονομάσαμε «μεταπολίτευση». Από την «Αλλαγή» του Ανδρέα Παπανδρέου, στην «Κάθαρση» του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, στον «Εκσυγχρονισμό» του Κωνσταντίνου Σημίτη και μετά στην «Επανίδρυση» του Κωνσταντίνου Καραμανλή του νεωτέρου.

Η στρέβλωση των λέξεων, όπως και η οικειοποίηση των συμβόλων, δεν είναι νέα τακτική. Εφαρμοζόταν συστηματικά στο παρελθόν, ιδιαίτερα μάλιστα από απολυταρχικά, ανελεύθερα καθεστώτα. Έχει σκοπό να μπερδέψει τη μάζα. Επί παραδείγματι, τα ένοπλα ελληνικά  τμήματα των ναζί οικειοποιήθηκαν τη φορεσιά του τσολιά, ενός συμβόλου αντίστασης και ελευθερίας του ελληνικού λαού, ο δικτάτορας Παπαδόπουλος οικειοποιήθηκε το σύμβολο του Φοίνικα, και πολλά άλλα παραδείγματα.

Το φαινόμενο βέβαια έλαβε κωμικές διαστάσεις τα τελευταία έξι χρόνια. Ο Γεώργιος Παπανδρέου ο νεώτερος μας βεβαίωνε ότι «λεφτά υπάρχουν» και στη συνέχεια ο Αντώνης Σαμαράς ανταγωνιζόταν επάξια τις διάφορες θεατρικές επιθεωρήσεις με τις παραστάσεις που έδινε στο Ζάππειο Μέγαρο. 

Μιλάμε για παρακμή που κανείς μας δεν περίμενε να ζήσει.

Μετά όμως ήρθε η περίπτωση του Αλέξη Τσίπρα ο οποίος πήγε τη μέθοδο αυτή στο απόγειό της. Ο νέος, συμπαθής και συνήθως χαμογελαστός πολιτικός, κατά δήλωσή του «Αριστερός», υποσχέθηκε στον ελληνικό λαό ότι «θα σκίσει τα μνημόνια το πρώτο βράδυ της εκλογής του» και ότι «με ένα νόμο, σε ένα άρθρο, θα καταργήσει τα μνημόνια και όλους τους εφαρμοστικούς τους νόμους». Τον θυμόμαστε μάλιστα ως αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης να επιχειρηματολογεί πως «ακόμα και αν βγούμε από το μνημόνιο», όπως, μάλλον κάνοντας μαύρο χιούμορ, ισχυριζόταν ο Αντώνης Σαμαράς, «θα πρέπει να καταργηθούν όλοι οι εφαρμοστικοί τους νόμοι» για να αναπνεύσει ο ελληνικός λαός.

Ο ελληνικός λαός ο οποίος τον πίστεψε και τον ψήφισε.

Τι συνέβη τελικά; Τίποτα δεν σκίστηκε. Τίποτα δεν καταργήθηκε. Έγινε μια διαπραγμάτευση – παρωδία όπου περισσότερο διαπραγματευόταν ο Έλληνας πρωθυπουργός με τον Παναγιώτη Λαφαζάνη και τη Ζωή Κωνσταντοπούλου και λιγότερο με τους δανειστές της χώρας. Μετά, οδηγηθήκαμε σε ένα δημοψήφισμα – παρωδία, το οποίο διενεργήθηκε σε διάστημα …πέντε ημερών, δίχως σαφές και πλήρες ερώτημα, με ερώτημα ακόμα χειρότερα που είχε ανατραπεί από την ίδια την πραγματικότητα και που εν τέλει κάθε πολίτης απάντησε διαφορετικά και για άλλους λόγους. Μια πραγματικά μαύρη σελίδα της δημοκρατίας μας.

Το καλύτερο όμως ήρθε μετά. Εκεί ο Έλληνας πρωθυπουργός βροντοφώναξε με τις πράξεις του ότι «σας δουλεύω κανονικά» και σε λίγες μέρες μετά το ΟΧΙ στα μέτρα των 8 δις, είπε το μεγάλο ΝΑΙ στα μέτρα των 14 δις.

Ίσως τελικά αυτό να σήμαινε το ΟΧΙ στο δημοψήφισμα. «ΌΧΙ, δεν μου φτάνουν 8 δις, θέλω παραπάνω».

Αυτό που ακολούθησε την υπογραφή του 3ου μνημονίου ήταν μια ιδιαίτερα άβολη για όλους, αποκαλυπτική της αλήθειας διαδικασία. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μετατραπεί και αυτός σε μια ομάδα που αυτοσκοπό της έχει τη διατήρηση του ελέγχου της εξουσίας – πράγμα που πιθανότατα θα καταφέρει για κάποιο διάστημα ακόμα. Οι υπόλοιπες ομάδες (είναι ντροπή να τις λέμε κόμματα …) δεν κατάφεραν να εκφράσουν τίποτα νέο, κανένα ουσιαστικό εναλλακτικό σχέδιο για τη χώρα. Η πολιτική απουσιάζει από τις εκλογές αυτές. Η πολιτική απουσιάζει από τη δημόσια σφαίρα γενικότερα. Η δημοκρατία μας δεν λειτουργεί – έχουμε με άλλα λόγια μια μπλοκαρισμένη δημοκρατία.

Ο μεγάλος διανοητής και δάσκαλος της Πολιτικής Μιχάλης Χαραλαμπίδης, ένας από τους ελαχίστους – αν όχι ο μόνος – πολιτικός της μεταπολίτευσης με την αυθεντική έννοια του όρου, μιλά στα βιβλία του για την «πολιτική ως απάτη». Αυτό που περιγράφει και αναλύει ο Χαραλαμπίδης, ήρθε ο Αλέξης Τσίπρας να μας το επιδείξει με τον πλέον παραστατικό τρόπο. Η πολιτική ως απάτη και ο πολιτικός ως απατεώνας.

Η παρακμή του συστήματος έχει φτάσει σε μεγέθη που είναι δύσκολο πια ακόμα και να περιγραφούν.

Αποτελεί μεγάλη πρόκληση προς όλους εμάς, προς οποιονδήποτε έχει έστω και μικρό ενδιαφέρον να γίνει κάτι καλό σε αυτόν τον τόπο, να ανακτήσουμε την αυθεντική έννοια των λέξεων που περιγράφουν τη δημόσια σφαίρα. Να απελευθερώσουμε τις έννοιες από την στρέβλωση που έχουν υποστεί. Όχι, η πολιτική δεν είναι απάτη. Αντίθετα, η πολιτική είναι η ύψιστη των τεχνών. Επίσης όχι, το κυβερνώ δεν σημαίνει διορίζω ούτε μοιράζω το δημόσιο χρήμα σε μια κλειστή ομάδα μεσαζόντων και εργολάβων. Κυβερνώ σημαίνει σχεδιάζω και υλοποιώ, σημαίνει εν τέλει δημιουργώ ένα καλύτερο αύριο ξεκινώντας από σήμερα.

Στο ιστολόγιο αυτό έχω πολλές φορές δημοσιεύσει κείμενα που παρουσιάζω τις απόψεις μου για το σύστημα εξουσίας που έφερε την Ελλάδα στην καταστροφή («Τρίγωνο της Καταστροφής»: Εγκληματική οικονομική ολιγαρχία – «πολιτικό» σύστημα – μέσα «ενημέρωσης»), για την ανάγκη της μαζικής επιστροφής μας στην πολιτική με την αυθεντική έννοια τουόρου (ακούγοντας, επιτέλους, τον Αριστοτέλη που μας φωνάζει από το παρελθόν ότι «ὁ ἄνθρωπος φύσει πολιτικὸν ζῷον») και για ένα σχέδιο δράσης που θα μπορέσει να ανασυντάξει τη χώρα και σιγά σιγά να την ξαναφέρει στην πρόοδο και στην ανάπτυξη (κυβέρνηση ειδικών – ενίσχυση διάκρισης εξουσιών – απόδοση ευθυνών – απλή αναλογική – οικονομία γνώσης, συνεργασίας & δημιουργικότητας – προώθηση ευρωπαϊκής ομοσπονδίας, κλπ). Δεν σκοπεύω να τα επαναλάβω εδώ. Έχω επίσης εξηγήσει γιατί κανένα από τα «παλιά» κόμματα (που δεν είναι κόμματα με την αυθεντική έννοια του όρου αλλά απλές ομάδες διεκδίκησης της εξουσίας) δεν μπορεί να προσφέρει λύση στην παρούσα δύσκολη κατάσταση.

Το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησε να παρουσιαστεί ως νέο, δυστυχώς όμως στην πορεία του από το 2012 μέχρι σήμερα, ειδικά τους τελευταίους οχτώ μήνες, μας έπεισε όλους ότι δεν είναι μια μεταμόρφωση του παλιού. Οπότε τι μένει;

Τίποτα. 

Από τα κόμματα που κατέρχονται στις εκλογές σήμερα, Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 2015, νομιζω πως κανένα δεν δικαιούται την ψήφο ενός ορθολογικά σκεπτόμενου πολίτη. Ακόμα και αν υπάρχουν (πολύ λίγες) περιπτώσεις που θεωρώ συμπαθείς (όπως π.χ. ο συνασπισμός Δημοκρατικοί – Κοινωνία Αξιών – Κόμμα Πειρατών), φοβάμαι πως υπό τις παρούσες συνθήκες ακόμα και ειλικρινείς προσπάθειες είναι καταδικασμένες σε αποτυχία.

Η χώρα χρειάζεται επανεκκίνηση. Χρειάζεται μιας μορφής «αποχουντοποίηση». Μια καθεστωτική αλλαγή (Προσοχή: Αυτό δεν έχει σε τίποτα να κάνει με πολιτειακά θέματα. Έχει να κάνει με το που βρίσκεται η ισχύς επί της διαδικασίας  λήψης και εφαρμογής πολιτικών αποφάσεων).

Η μεγάλη ήττα των τελευταίων οχτώ μηνών, που επικυρώθηκε με την υπογραφή του 3ου μνημονίου, προσέφερε μιας πρώτης τάξεων ευκαιρία για καθεστωτική αλλαγή. Επιτέλους, ακόμα και οι δικτάτορες όταν συνέβη η κυπριακή τραγωδία αποσύρθηκαν και παρέδωσαν σε ένα νέο καθεστώς. Αντίθετα, το τηλεοπτικό πριγκιπάτο των Αθηνών, έχοντας επιφέρει μια αντιστοίχου μεγέθους τραγωδία στη χώρα, ευτυχώς ακόμα μόνο στο επίπεδο της οικονομίας, μένει σφιχτά γαντζωμένο στις καρέκλες του και δεν λέει να αποχωρήσει.

Τα πράγματα είναι απλά: Η κυβέρνηση όφειλε να παραιτηθεί αφού η κύρια προγραμματική της υπόσχεση εκ των πραγμάτων απεδείχθη απατηλή. Θα μπορούσε κάλλιστα να σχηματιστεί μια εξωκοινοβουλευτική κυβέρνηση ειδικών με ευρεία κοινοβουλευτική στήριξη και διετή τουλάχιστον εντολή η οποία θα μπορούσε να κάνει τις μεταρρυθμίσεις και αλλαγές που χρειάζονται ώστε η δημοκρατία μας να ξαναλειτουργήσει, η οικονομία μας να ξανασταθεί στα πόδια της και η κοινωνία μας να αρχίσει να ξαναβρίσκει τη συνοχή της.

Η κάστα των Αθηνών επέλεξε να μην προχωρήσει σε αυτήν τη λύση αλλά αντίθετα να μας ξαναπάει σε μια διαδικασία άνευ περιεχομένου, σε εκλογές – παρωδία. Εκτίμησή μου είναι πως αργά ή γρήγορα στην παραπάνω λύση θα οδηγηθούμε, αφού οποιαδήποτε κυβέρνηση και να προκύψει από τις εκλογές είναι εκ των πραγμάτων αδύνατο να κάνει τα παραπάνω, μόνο που δυστυχώς το σημείο επανεκκίνησης θα είναι τελικά ακόμα δυσμενέστερο.

Κάποιοι φίλοι σχολιάζοντας απόψεις μου είπαν πως η εξωκοινοβουλευτική κυβέρνηση (τύπου π.χ. Παπαδήμου, μου είπαν), έχει αντιδημοκρατικά χαρακτηριστικά, ίσως ακόμα και να αποτελεί εκτροπή. Νομίζω πως απόψεις σαν και αυτές είναι ενδεικτικές της σύγχυσης που υπάρχει. Πρώτα απ’ όλα, ο Λουκάς Παπαδήμος, ένας άνθρωπος άρρηκτα συνδεδεμένος με το σύστημα Σημίτη που έφερε την καταστροφή στη χώρα, ήταν ο μόνος (μάλλον) εξωκοινοβουλευτικός στην κυβέρνησή του, στην οποία πρωτοστατούσαν κορυφαία στελέχη των δυο μιζοκομμάτων. Από εκεί και μετά, πουθενά το σύνταγμά μας δεν λέει ότι στις εκλογές επιλέγουμε την εκτελεστική μας εξουσία. Αντίθετα λέει πως επιλέγουμε τους νομοθέτες μας και επίσης μιλά σαφέστατα για διάκριση της εκτελεστικής από τη νομοθετική και τη δικαστική εξουσία. Η πραγματικότητα που βιώνουμε όμως είναι εκείνη της απολύτου κυριαρχίας της εκτελεστικής επί της νομοθετικής και της δικαστικής εξουσίας, κυριαρχία που κατ’ εμέ είναι από τις κυρίαρχες αιτίας της παρακμής μας. Νομίζω μάλιστα πως το ασυμβίβαστο μεταξύ θέσεως υπουργού και βουλευτή θα ήταν ένα μεγάλο βήμα μπροστά.

Κατά την γνώμη μου λοιπόν η ΑΠΟΧΗ είναι η καλύτερη δυνατή επιλογή  στις σημερινές εκλογές – παρωδία. ΑΠΟΧΗ ως πολιτική κίνηση αποδοκιμασίας του συστήματος που έφερε την καταστροφή και επιμένει να κρατά την εξουσία. ΑΠΟΧΗ για την πλήρη απονομιμοποίηση του συστήματος αυτό και ως καταλύτης για το ξεμπλοκάρισμα της δημοκρατίας μας.

Δεν έχω καμία ψευδαίσθηση σχετικά με το αν το ένοχο σύστημα εξουσίας θα πάρει το μήνυμα της αποχής ή όχι. Εννοείται πως δεν θα το πάρει και θα μείνει γαντζωμένο στις καρέκλες του. Όλοι εμείς όμως  που πιστεύουμε στη χώρα αυτή πρέπει να διαφυλάξουμε την αξιοπιστία μας για την επόμενη μέρα. Η συμμετοχή στη διαδικασία παρωδία της 20ης Σεπτεμβρίου είναι συνενοχή που δεν μας αξίζει. Η αποχή είναι συνεπής στάση διαμαρτυρίας και κραυγή αγωνίας ώστε να κλείσει επιτέλους αυτός ο κύκλος της μεταπολίτευσης, που τον ακούμε να κλείνει από το 1996 αλλά ακόμα κυριαρχεί στη χώρα συνεχίζοντας την καταστροφική ιστορική διαδρομή του.

Ήθελα να γράψω κάποια ιδιαίτερα σχόλια για το Ποτάμι, τους Ανεξάρτητους Έλληνες και την Ένωση Κεντρώων. «Κόμματα» στα οποία έχουν εγκλωβιστεί πολλοί συμπολίτες μας εναποθέτοντας ελπίδες για το μέλλον. Δεν θα το κάνω αναλυτικά, θα παραπέμψω μόνο στα αντίστοιχα κείμενά μου για τις προηγούμενες εκλογές και θα αναφέρω ακόμα μια φράση του Μιχάλη Χαραλαμπίδη: Είναι καιρός από το μύθο να περάσουμε στο λόγο.

Κλείνοντας την παρουσίαση των σκέψεών μου για τις σημερινές εκλογές, που είμαι βέβαιος πως θα μείνουν στην ιστορία ως εκλογές παρωδία, ως διαδικασία άνευ περιεχομένου, θα ήθελα να σας προτρέψω να επανέλθουμε στον ελληνικό τρόπο. Θεμέλιο του ελληνικού τρόπου σκέψης και πράξης νομίζω πως είναι το «οὐδεὶς ἑκὼν κακός».

Ας μην επιτιθέμεθα λοιπόν  σε ανθρώπους, αλλά σε πολιτικές, σε ιδέες και εν τέλει σε πράξεις. Διαφορετικά, το σύστημα εξουσίας απλώς θα επιλέξει δυο-τρία «μαύρα πρόβατα», όπως πρόσφατα έκανε με τον Τσοχατζόπουλο, και μέσω της τιμωρίας και διαπόμπευσής τους θα επιχειρήσει να παραμείνει στην εξουσία. Στην Ελλάδα όμως χρειαζόμαστε ουσιαστική αλλαγή εξουσίας.

Εύχομαι η επανεκκίνηση της δημοκρατίας και της οικονομίας μας να συμβεί δίχως να απαιτηθεί πρώτα μια καταστροφή που θα ξεφεύγει από την σφαίρα της οικονομίας. Μακάρι να ήμουν και βέβαιος για αυτό, δυστυχώς όμως δεν είμαι.

Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να μην περιμένουμε την καταστροφή να συμβεί και να επανέλθουμε μαζικά στην αυθεντική πολιτική. Να περάσουμε από το μύθο στο λόγο.

Ως τη Νίκη, Πάντοτε, Μιχάλη Χαραλαμπίδη

Αγαπημένε Δάσκαλε Μιχάλη Χαραλαμπίδη, Ήταν Ιούνιος του 1996, διάβαζα μαθηματικά για τις πανελλήνιες εξετάσεις της επόμενης μέρας. Στιγμή ιερ...